Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Βιβλιοπετάγματα

Η γνωστή κατάσταση συνεχίζεται και θα συνεχιστεί. Το περιμένουμε, το ξέρουμε ότι δεν ήρθε ξαφνικά (ούτε οι τυφώνες και τα τσουνάμι δεν εμφανίζονται απρόσμενα, δίνουν προειδοποιητικά σημάδια), έτσι και η φάση αυτή, δεν θα ξυπνήσουμε ένα ωραίο πρωινό και θα έχει φύγει. Στο μεταξύ θα πρέπει να ζήσουμε, να ζούμε, να έχουμε μια καθημερινότητα, ο καθένας μας με την διάθεση που θα φτιάξει. Και κάτι περισσότερο θα πρέπει να ξαναπλάσουμε τα όνειρά μας, να στερεώσουμε γερά τους μηχανισμούς άμυνας, επιβίωσης. Ο καθένας ξεχωριστά τους δικούς του και όλοι μαζί να μοιραστούμε κάποια αχτίδα κοινής προσδοκίας.
Για αυτό επιστρέφω σε ένα παιδικό βιβλιοβιβλίο (πλησιάζει και το καλοκαιράκι, καιρός για χαλαρά διαβάσματα). Τα παιδικά βιβλία γραμμένα από μεγάλους βέβαια, επιθυμούν να επικοινωνήσουν με τα παιδιά, να μιλήσουν και να δείξουν πράγματα και θάματα, να διδάξουν άλλοτε. Σε κάποια γωνιά τους, όμως, κρύβουν την δεύτερη ευκαιρία που θα ήθελαν οι ενήλικοι πια συγγραφείς να είχαν ως παιδιά. Να είχαν μπορέσει τότε, να είχαν ένα τέτοιο βιβλίο, μια φαντασία, ένα παραμύθι... Βιβλίο δώρο γιατί με συντρέχουν πολλοί στο σκάλισμα των βιβλιοβιβλίων, πολύ τους ευχαριστώ.

Το βιβλίο που πετάει του Πιέρ Λορί (εικονογράφηση Ρεμπέκα Ντοτρμέρ μετάφραση Μαρίζα Ντεκάστρο, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009), σε μεγάλο σχήμα που αναδεικνύει την εικονογράφηση, μέσα στην χαρά του χρώματος. Μα είναι τόσο χορταστικές οι εικόνες που σχεδόν δεν χρειάζονται τα λόγια. Είναι η ιστορία ενός βιβλίου που δεν ακολούθησε την πεπατημένη μοίρα των βιβλίων σε ράφια, κιβώτια, σάκες, στοίβες. Από ένα ατύχημα ταξίδεψε στον ουρανό.
Ένα βιβλίο, ένα που μιλάει για την περιπέτεια του Ίκαρου, πέφτει από την ζεστούλα της σάκας της Μαριάννας. Βρέχει και βρέχεται, οι σταγόνες σαν δάκρυα. Το παίρνει μια κίσσα στην φωλιά της. Τα κισσόπουλα το τσιμπολογούν, μα δεν τρώγεται, μόνο λέει την ιστορία του Ίκαρου που θέλησε να δραπετεύσει με κερένιες φτερούγες που τις έλιωσε ο Ήλιος. Τα κισσόπουλα θέλουν αλλά να, φοβούνται να βγουν από την φωλιά, να ανοίξουν τα φτερά τους στο κενό και να πετάξουν. Το βιβλίο πέφτει και τα προσκαλεί, δειλά τα μικρά πουλιά το ακολουθούν. Στριφογυρίζουν στον άνεμο, δοκιμάζουν, παρασέρνονται δώθε κείθε, τελικά πετούν.
Το βιβλίο συναντά ένα αερόστατο. Βρήκε τον Ίκαρο, σκέφτεται και χαίρεται. Ο γεράκος επιβάτης και οδηγός του αερόστατου θέλει να επιστρέψει το βιβλίο στην Μαριάννα. Το καταφέρνει με την βοήθεια του ανέμου.
Πάω μια βολτίτσα να ξεσκάσω, να ανακατέψει το αεράκι τα μαλλιά μου.

Είδα μια ένδιαφέρουσα έκθεση φωτογραφίας, θα σας τα πω...

Κυριακή 9 Μαΐου 2010

Το διάβασμα ως πράξη αντίστασης

Τώρα όπως και να το κάνουμε δεν γίνεται να περάσουν τα όσα διαδραματίζονται στο ντούκου, στο απυρόβλητο, σαν να μην έχουν επίδραση πάνω μας. Γιατί είναι φοβερό να πεθαίνουν άνθρωποι στην οδό Σταδίου, γιατί είναι τρομερό η βία, φυσική, πνευματική και ψυχολογική, να κυριαρχεί, να είμαστε έρμαια και να χάνονται όλες οι σιγουριές μας η μια μετά την άλλη, σχεδόν ανέλπιδα. Απλά όλα αυτά τα γεγονότα μας αρπάζουν στην δίνη τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Σε γενικό επίπεδο και σε προσωπικό. Θα πρέπει να τοποθετηθούμε απέναντί τους, να ξαναδούμε τους εαυτούς μας, να μετρηθούμε, να αποφασίσουμε τι αξίζει για εμάς, να κάνουμε ή να αφεθούμε.
Τούνελ χωρίς τέλος και φως στην άκρη που δεν φτάνουμε ποτέ, μονόδρομοι, τρένα που πέρασαν, τελευταία βαγόνια, μαύρα και άσπρα χρήματα, πάνω και κάτω από το τραπέζι, ευθύνες, ποιος τις έχει, ένα δάκτυλο που γυρίζει να βρει τι και ποιος τέλος πάντων έφταιξε. Άντε τώρα να συνεχίσω τον χαβά με τα βιβλιοβιβλία, ο νους μου είναι αλλού και όμως, θα τον στρέψω αμέσως τώρα εκεί. Εσείς το είπατε άλλωστε. Οι καιροί ευνοούν τα διαβάσματα. Ταξίδια απόδρασης, ταξίδια στο φανταστικό, λησμονιά και παρηγοριά. Κάπου το έχω διαβασμένο ότι στην Κατοχή ο δανεισμός βιβλίων ανέβηκε κάθετα.
Το διάβασμα πράξη αντίδρασης και αντίστασης, κάτι σαν «διαβάζω άρα υπάρχω», σκέφτομαι και τις σκέψεις μου κανένας δεν μπορεί να φορολογήσει, μειώσει, κόψει, περικόψει, είναι κατακτημένες πάνω από κάθε σύμβαση, δεν αποδίδουν λογαριασμό παρά μόνο σε εκείνον που τις γέννησε.
Επιστρέφω στο βιβλίο μου, Μαρίνος Βλέσσας-Μαρία Μαλακού, Ιστορία του χαρτιού: μια ιστορική και πολιτισμική διαδρομή δύο χιλιετιών, εκδόσεις Αιώρα, Απρίλιος 2010, 219 σ. Ναι είναι τόσο φρεσκοτυπωμένο
που με το που το ανοίγω με παίρνει η μυρωδιά του μελανιού πάνω στο χαρτί Aralda των 120 γραμμαρίων. Ανυπομονώ. Το διατρέχω, τα φύλλα περνάνε κάτω από τα μάτια μου, γραμματοσειρά φιλική στο ελληνικό αλφάβητο, μαυρόασπρη εικονογράφηση, η επεξεργασία του χαρτιού στον κόσμο, επίπονη και σύνθετη που είναι, σχέδια εργαλείων, φωτογραφίες, βιβλιογραφία και ευρετήριο. Με ψυχραιμία ξανά. Τα περιεχόμενα: η αθέατη δομή του χαρτιού, άλλες επιφάνειες γραφής, φλοιοί φυτών για παράδειγμα, κινεζική εφεύρεση, οι διαδρομές του και η σιγανή διάδοσή του, ιταλική πρωτοπορία στις τεχνικές και την ποιότητα, χαρτί και τυπογραφία στην Ασία και τη Δύση, η χαρτοποιητική μηχανή, τα υδατόσημα, η υπόθεση του χαρτιού στην Ελλάδα.
Αρχιτέκτονες το επάγγελμα οι συγγραφείς του στράφηκαν στις προβιομηχανικές τεχνολογίες και στην συνέχεια το ενδιαφέρον τους επικεντρώθηκε στην ιστορία του χαρτιού. Φυσικά και συλλέκτες αντικειμένων που σχετίζονται με το χαρτί. Με χαρά διαβάζω στην εισαγωγή, ανάμεσα στις ευχαριστίες, ότι η υπάρχουσα συλλογή τους θα αποτελέσει τον πυρήνα Μουσείου Χαρτιού και Ελληνικής Τυπογραφίας, μετά από πρόταση του Πολιτιστικού Ιδρύματος του Ομίλου Πειραιώς το 2003 που σήμερα βρίσκεται στο στάδιο υλοποίησης. Καλό νέο!
Περνώ και αφήνω τις ιστορικές αναδρομές και τα πρακτικά της τεχνικής του χαρτιού και πετιέμαι στο ενδέκατο κεφάλαιο με τίτλο «Ελλάδα: από τις αόριστες ιδέες του 1800 στην εγχώρια χαρτοβιομηχανία». Πενία στο σκηνικό της χαρτοπαραγωγής, με θαυμασμό διαβάζω και μαθαίνω ότι ο στρατηγός Νικηταράς (εικάζω ο Τουρκοφάγος που κόλλησε το χέρι του πάνω στην σπάθα στα Δερβενάκια με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανοίξει το χέρι και να αφήσει την σπάθα), το 1829 είχε παραχωρήσει στον γιατρό και αρχιμανδρίτη Διονύσιο Πύρρο τον Θεσσαλό στο Κεφαλάρι Αργολίδας, ένα μύλο προκειμένου να συστήσει χαρτουργείο. Εγχείρημα που δεν στηρίχθηκε από το νεοσύστατο κράτος εξαιτίας του υψηλού εξοπλιστικού κόστους. Μετά πάμε στην δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα, στην χαρτοποιία του Αιγίου, μετά του Λαδόπουλου στην Πάτρα που επεκτάθηκε και στην Μακεδονία, μετά στην Αθηναϊκή Χαρτοποιία, Πόλεμος, εξαγορές… και μπαίνουμε σε ένα άλλο αγαπημένο μου θέμα (κόλλημα) την ανακύκλωση χαρτιού. Που θα μας ανακούφιζε από την εισαγωγή χαρτοπολτού, που είναι και πράξη οικολογικής συνείδησης.
Αχ αυτή η συνείδηση!!

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Μην ελπίζετε...

Απαλλαγμένη από κάθε είδους "ενημέρωση", εγκλωβισμένη από επιλογή σε ένα νησί που συμβιώνουν με αρμονία τα δύο δυνατά χρώματα της φύσης, το μπλε και το πράσινο, θα μιλήσω, ως συνήθως, για βιβλιοβιβλία, γιατί εδώ δεν τρέχει τίποτα!

"Μην ελπίζετε να απαλλαγείτε από τα βιβλία", αναφέρθηκε δύο αναρτήσεις πιο κάτω, στους μεγάλους βιβλιοκαταλόγους που αφήνει η Elli τώρα τελευταία και χαλάει την αίσθηση της έκπληξης.
Στο επίκεντρο για άλλη μια φορά μια συζήτηση που πολλές φορές εικονικά και πραγματικά έχω κάνει και κάθε φορά περιμένω το αύριο να απαντήσει. Η διάδοση των ηλεκτρονικών βιβλίων και των νέων τεχνολογιών εν γένει θα εξαφανίσει τα έντυπα βιβλιαράκια που μας κάνουν παρέα 500 χρόνια τώρα;

Με αφορμή το θέμα αυτό ξεκίνησαν τη συζήτηση δύο γνωστοί βιβλιόφιλοι, ο Ζαν Κλοντ Καριέρ και ο Ουμπέρτο Έκο, αλλά ο δρόμος αλλού τους πήγε και έπλεξαν μια όμορφη βιβλιοσυζήτηση. Συνεπαρμένοι από τις τόσες ιστορίες που έχουν να αφηγηθούν, καθένας από το χώρο του και από τις εμπειρίες του, πολύ ευχάριστα ξεφεύγουν συνεχώς από το θέμα τους, τόσο ευχάριστα που όταν ο συντονιστής Ζαν-Φιλίπ ντε Τονάκ τους βάζει σε σειρά σχεδόν γίνεται ενοχλητικός.
Χείμαρρος ιστοριών, εικόνων, γνώσεων, βιβλίων που μου κρατησαν συντροφιά και πραγματικά απήλαυσα. Κάθε που άνοιγα το βιβλίο μεταφερόμουν αυτόματα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο με ένα τραπέζι στη μέση, μια λάμπα πάνω ίσα ίσα να φωτίζει τους τρεις τύπους που κάθονται γύρω του που καπνίζουν και συζητάνε.
Θα αφήσω εδώ μία ιστορία, εκείνη που μου έκανε πιο πολύ εντύπωση και μου αρέσει να αναφέρω, είναι όσα ανέφερε ο Έκο στην ερώτηση σχετικά με την αλάνθαστη διαίσθηση των εκδοτών:
"Έχουν αποδείξει ότι, μερικές φορές, είναι αρκούντως ανόητοι ώστε να απορρίπτουν αριστουργήματα. Πρόκειται, πράγματι, για ένα ακόμα κεφάλαιο στην ιστορία της ηλιθιότητας. 'Ίσως η νοημοσύνη μου να είναι περιορισμένη αλλά δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο πρέπει να αφιερωθούν τριάντα σελίδες για να περιγραφεί πώς κάποιος στριφογυρίζει στο κρεβάτι του χωρίς να τον παίρνει ο ύπνος'. Αυτό ήταν το πρώτο σχόλιο κάποιου εκδότη που διάβασε το Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο του Προυστ. Για τον Φλομπέρ σχετικά με τη Μαντάμ Μποβαρί: 'Κύριε, το μυθιστόρημά σας υπάρχει ένας κυκεώνας λεπτομερειών, οι οποίες είναι καλοδιατυπωμένες, αλλά εντελώς περιττές'. Για τον Τζοτζ Όργουελ σχετικά με τη Φάρμα των Ζώων: 'Είναι αδύνατον να πουληθεί στις ΗΠΑ μια ιστορια με ζώα'. Για το Ημερολόγιο της Άννας Φράνκ: 'Αυτό το κοριτσάκι δε δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι το βιβλίο της δεν είναι τίποτα άλλο εκτός από κάτι που προκαλέι την περιέργεια'(...)"

Όσο για την απάντηση στην ερώτηση του σήμερα θα επιλέξω δύο κομμάτια να αφήσω:
"Αν το μέλλον είναι τα μελλούμενα, θα είναι πάντα απρόβλεπτο. Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του μέλλοντος είναι ότι θα μας εκπλήσσει μονίμως".\

"Το βιβλίο έχει αποδείξει την αξία του και δε βλέπω πως, για την ίδια χρήση, θα μπορούσαμε να φτιάξουμε κάτι καλύτερο από το βιβλίο. Ίσως εξελιχθεί ως προς τα συστατικά του μέρη, ίσως οι σελίδες του να μην είναι πια από χαρτί. Αλλά θα παραμείνει αυτό που είναι".

Και να αφήσω και την αιτία που "εδώ" δεν τρέχει τίποτα. Είναι γιατί έχω απαλλαγεί χρόνια τώρα από αυτό το πράγμα που λέγεται τηλεόραση, πρόσφατα απάλλαχτηκα και από τις εφημερίδες. Συνεχίζω να διαβάζω όμορφα βιβλιαράκια σαν κι αυτό που με κάνουν να φαντάζομαι.