Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Το θανάσιμο αμάρτημα της γενίκευσης

Έχω την ανάγκη να απολογηθώ στους αναγνώστες αυτού του ιστολογίου που λόγω ανωτέρας βίας και επιθυμίας του συντάκτη αναγκάστηκα να αποσύρω την ανάρτηση "Βιβλίο... τι;" και μαζί με αυτήν τα εύστοχα σχόλια και κυρίως αυτό του e-scriptorum που ανέφερε ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ανικανότητα των ΓΑΚ να πραγματοποιήσουν τις προσλήψεις των επιτυχόντων των πεντάμηνων προγραμμάτων της κοινωφελούς εργασίας. Θα ήθελα να παροτρύνω την ομάδα e-scriptorum για την σύνταξη μιας σχετικής ανάρτησης και την παρουσίαση όσων έπεσαν στην αντίληψή τους. Φυσικά τέτοια προβλήματα δεν παρουσιάστηκαν μόνο σε ΓΑΚ και Βιβλιοθήκες αλλά και σε άλλες υπηρεσίες αντικατοπτρίζοντας τον καλό σχεδιασμό των προγραμμάτων και την ουσιαστική σοβαρότητα με την οποία προσεγγίζει η πολιτεία τους χιλιάδες ανέργους. 


Ακολουθεί η νέα ανάρτηση του Μαραμπού.

Τις προάλλες, συζητούσα με μια φίλη, η οποία ήταν αγχωμένη  επειδή έπρεπε να διεκπεραιώσει μια αρκετά σημαντική και δύσκολη υπόθεση σε δημόσια υπηρεσία. Ήταν απελπισμένη για τις ώρες αναμονής που θα σπαταλούσε και πεπεισμένη ότι  άκρη δεν θα έβρισκε. Όταν την ρώτησα τι έγινε τελικά με την υπόθεσή της, μου είπε ότι την ενημέρωσαν από την υπηρεσία ότι δεν χρειαζόταν να περιμένει και μόλις είχαν έτοιμα τα στοιχεία που ζητούσε, θα τα έστελναν μέσω μέηλ. Αρνητική στην επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος, ήδη σκεφτόταν τις επόμενες επισκέψεις που θα αναγκαζόταν να κάνει στην δημόσια υπηρεσία. Το ίδιο βράδυ κιόλας, έλαβε μέηλ από την υπηρεσία με όλα τα στοιχεία που ήθελε! Ομολογουμένως, μείναμε έκπληκτοι και οι δύο. Πολλές φορές παρασυρόμαστε από τις πεποιθήσεις μας (και η λειτουργία του δημοσίου έχει δώσει πάμπολλες αφορμές μέσα στα χρόνια) και καταλήγουμε να περιμένουμε την απογοήτευση και να εκπλησσόμαστε με την όποια επιτυχία. Ενώ, θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.

Με αφορμή αυτό, θυμήθηκα την ανάρτηση που είχα κάνει στο παρόν ιστολόγιο όταν είχα πιάσει δουλειά με πεντάμηνη σύμβαση στα ΓΑΚ. Τη ξαναδιάβασα προσπαθώντας να ξεδιαλύνω αν ό,τι έγραφα ανταποκρινόταν πλήρως στην πραγματικότητα και κατά πόσο μέτρησε η συναισθηματική πίεση και η απογοήτευση κάποιου που έπιασε δουλειά για μόλις 5 μήνες σε μια υπηρεσία που, ενδεχομένως να αποτελεί μια υπεράριθμη μονάδα και όπου πιθανότατα οι συνάδελφοί του να τον θεωρούσαν χάσιμο χρόνο αφού σε λίγους μήνες θα ήταν εκτός υπηρεσίας. Αυτή η αίσθηση ενισχύθηκε και από το γεγονός ότι τα πεντάμηνα προγράμματα του ΟΑΕΔ διοχετεύουν εργαζομένους σε υπηρεσίες που (στις περισσότερες των περιπτώσεων) δεν είναι ενήμερες για την άφιξή τους! Έτσι, παρά την εγκαρδιότητα των υπαλλήλων της υπηρεσίας, ο νέος εργαζόμενος αισθάνεται τον εαυτό του ως μια “παρείσακτη” παρουσία και αυτό είναι πολύ ψυχοφθόρο. Ίσως αυτή η πτυχή των επιδοτούμενων προγραμμάτων εργασίας θα έπρεπε να συζητηθεί όσο και οι άλλες δυσάρεστες πτυχές (λίγος χρόνος εργασίας, ακόμα πιο λίγα λεφτά κ.α.).


Η δουλειά στα αρχεία έχει άλλους χρόνους που μέσα στη βιασύνη μου δεν εκτίμησα σωστά. Είναι μια χαμηλόφωνη εργασία αλλά με πολύ κόπο και εξειδίκευση. Σχετικά με την επιλογή των γραπτών που πρέπει να δεχτούμε ή να απορρίψουμε, πόσο εύκολο είναι να πάρεις μια τέτοια απόφαση, να είσαι σίγουρος ότι είναι σωστή και να δεχτείς την απογοήτευση και την οργή αυτού που τα προσφέρει; Εν ολίγοις, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η συσσωρευμένη πίκρα της μακροχρόνιας ανεργίας σε συνδυασμό με την ορατή πιθανότητα να μην βρω ποτέ δουλειά ως βιβλιοθηκονόμος με έριξαν στο αμάρτημα της άνευ όρων γενίκευσης δοσμένης με πολλή ειρωνεία, την οποία έχοντας πλέον περισσότερη εμπειρία, θεωρώ ότι οι συνάδελφοί μου δεν αξίζουν. Γι’αυτό και για πρώτη φορά (και ελπίζω τελευταία) ζήτησα από την διαχειρίστρια να αποσύρει την προηγούμενη ανάρτηση.

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Τα πολυδιαβασμένα


Το παιδικό τμήμα. Ο εφιάλτης και η χαρά μου. Εφιάλτης γιατί δυσκολεύομαι να βρω τρόπους ταξιθέτησης που να βολεύουν εργαζόμενους, γονείς αλλά και τους μικρούς αναγνώστες. Εφιάλτης γιατί αρκεί μόνο μία επίσκεψη σχολείου για να θυμίζει βομβαρδισμένο τοπίο. Μα περισσότερο από όλα είναι χαρά γιατί εκεί γεννιούνται οι νέοι αναγνώστες. Από εκεί ξεκινάς αν θες να κάνεις το βιβλίο αγαπητό, αν θες να κάνεις τη βιβλιοθήκη ανάγκη και την ανάγνωση ευχαρίστηση. Τα μικρά παιδιά είναι πάντα η ελπίδα.

Τα βιβλία είναι λιγότερα από όσα θα ήθελα, πάντα θα είναι λιγότερα.
Το βλέμμα μου τραβά εκείνα τα πιο ταλαιπωρημένα, εκείνα που με κάνουν να πιστεύω ότι έχει νόημα η όλη προσπάθεια. Δεν με ενοχλεί που είναι πολυδιαβασμένα, έτσι θα έπρεπε να είναι όλα, με ενοχλεί που δεν μπορώ να τα αντικαταστήσω. Αντ' αυτού, σκαρφιζόμαστε διάφορα τεχνάσματα για να συνεχίσουν να αλλάζουν χέρια, να διαβάζονται και να αγαπιούνται. Να αποσυρθούν μόνο όταν οι σελίδες θα έχουν σκορπίσει  στο δρόμο  προς και από τη βιβλιοθήκη.

Ο Ευγένιος Τριβιζάς αυτός ο αντικειμενικά αξιαγάπητος και πολυβραβευμένος παραμυθάς μας, έχει φυσικά την τιμητική του. Τα αντίτυπα των βιβλίων του που διαθέτει η βιβλιοθήκη πρέπει να έχουν διαβαστεί πάνω από χίλιες φορές. Κι όσοι τα διάβασαν είμαι σίγουρη πως έψαξαν στα βιβλιοπωλεία να βρουν και τα υπόλοιπα. Είμαι σίγουρη πως δεν αρκέστηκαν στην μία ανάγνωση ενός δανεικού βιβλίου. Σίγουρα οι γονείς υπέκυψαν στο παραπονιάρικο "θέλω κι άλλο" και συνέχισαν τις βιβιλιοαναζητήσεις.

Μα αν δεν είναι αυτός ο ρόλος της βιβλιοθήκης τότε ποιος είναι; 

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Να ένας συγγραφέας


Καλό λογοτεχνικό βιβλίο για εμένα είναι εκείνο το βιβλίο που:
όταν το διαβάζω οι λέξεις του γραπώνουν τη φαντασία μου με αποτέλεσμα τίποτα να μην μπορεί να μου αποσπάσει την προσοχή,
έχει όμορφες λέξεις, προτάσεις που θα μπορούσαν να γίνουν στίχος,
έχει λέξεις διαφορετικές από αυτές που χρησιμοποιώ στην καθημερινότητα μου,
όταν σταματάω την ανάγνωση πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται την ιστορία του,
ανυπομονώ να τελειώσω ό, τι κάνω για να αφεθώ στις λέξεις του,
όταν το ξαναπιάνω στα χέρια μου δεν έχω ξεχάσει τίποτα από τις προηγούμενες σελίδες,
έχει μια δόση αλήθειας πίσω από το μύθο,
μου μαθαίνει κάτι καινούριο,
μένει στη μνήμη.
Όσο περνάν τα χρόνια τόσο πιο δύσκολα βρίσκω ένα βιβλίο που περιέχει αυτά τα χαρακτηριστικά, όταν όμως το βρίσκω το εκτιμώ περισσότερο. Δεν ξέρω αν φταίω εγώ που δεν συγκεντρώνομαι πια τόσο εύκολα ή ο συγγραφέας που δεν με βοηθά να συγκεντρωθώ.

Αφορμή όλων αυτών των σκέψεων είναι "Η δεξιά τσέπη του ράσου" του Γιάννη Μακριδάκη που εκδόθηκε το 2009. Είχα ακούσει/ διαβάσει καλά λόγια για τον συγγραφέα που ζει στη Χίο οργώνοντας τον κήπο του και γεμίζοντας λευκές κόλλες χαρτί, άλλωστε διαβάζω τις λέξεις που αφήνει στο μπλογκ του. Ανυπομονούσα να διαβάσω κάποιο από τα βιβλία του και έτυχε να ξεκινήσω με τον εν λόγω τίτλο. Από τις πρώτες λέξεις της ολιγοσέλιδης νουβέλας κατάλαβα ότι ξεκινώ ένα καλό λογοτεχνικό βιβλίο. Ειδικά αν κάποιος έχει ζήσει τη ζωή σε ένα μοναστήρι θα καταλάβει το βαθύτερο νόημα που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. 
Η ιστορία περιγράφει τις σκέψεις ενός πραγματικού καλόγερου που ζει αποκομμένος από τον κόσμο, με στερήσεις, νηστεία, προσευχή και διακονήματα. Ενδιαφέρεται ελάχιστα για ό,τι συμβαίνει στα εσωτερικά της εκκλησίας και για τα εκκλησιαστικά αξιώματα. Είναι και αυτή η μοναξιά που προστέθηκε στη ζωή του στο μοναστήρι που δεν αντέχεται, να μη νιώθεις μια ανάσα δίπλα σου. Ο θάνατος του αρχιεπισκόπου φαίνεται να μην τον απασχολεί ιδιαίτερα καθώς το γεγονός αυτό τον βρίσκει να γιατροπορεύει την εγκυμονούσα σκυλίτσα του, η Σίσσυ, τη μόνη συντροφιά του στο έρημο παραθαλάσσιο μοναστήρι του ακριτικού νησιού. Ο θάνατός της αλλά και η προσπάθεια να κρατήσει στη ζωή τα κουτάβια που άφησε πίσω της λίγο πριν ξεψυχήσει γίνονται η μοναδική έγνοια του. Αυτή η μοναδική έγνοια του ήρωα γίνεται συνάμα και η μόνη έγνοια του αναγνώστη. Κι όταν ένας συγγραφέας καταφέρνει να αφαιρέσει όλες τις δικές σου έγνοιες να τις κάνει ασήμαντες και να σε παρασύρει μέσω της ανάγνωσης των λέξεων στο δράμα της φαντασίας του, τότε αυτός σίγουρα είναι ένα καλός συγγραφέας και νιώθεις καλά στην ιδέα ότι υπάρχει και γράφει τέτοιες ιστορίες.
Εξαιρετικό βιβλίο και είμαι σίγουρη ότι και τα υπόλοιπα που έχει εκδώσει θα είναι αντάξια του.

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Λατρεύω τα παραμύθια!


"Όλη η ομορφιά του κόσμου κλείνεται μέσα σε τούτο εδώ το μυθιστόρημα, αυτό το λογοτεχνικό κόσμημα, που ξεχειλίζει από περιπέτειες, από όνειρα που βγαίνουν αληθινά κι από μια λαχτάρα που πηγάζει από την αγάπη. Μια αλληγορία για την ζωή, γραμμένη με μαεστρία... στο πνεύμα βιβλίων που έχουν γίνει κλασικά. Μια ιστορία που ξεχειλίζει από αγνότητα και θα μιλήσει στην καρδιά όλων των αναγνωστών".

Είναι ίσως η πρώτη φορά που τα κολακευτικά λόγια στο οπισθόφυλλο ενός βιβλίου με βρίσκουν τόσο σύμφωνη. "Η κότα που ονειρευόταν να πετάξει" είναι από εκείνα τα βιβλία που αγαπώ να διαβάζω, τα αλληγορικά παραμύθια ενηλίκων (μπορεί κάλλιστα βέβαια να διαβαστεί και από ανήλικους) που σε γεμίζουν συναισθήματα. Τα καλά λογοτεχνικά βιβλία που κρύβουν νόημα πίσω από τις λέξεις. Ο τίτλος του εξαρχής με παρέπεμψε στα αγαπημένα βιβλία του Σεπούλβεδα ("Η ιστορία ενός γάτου που έμαθε σε ένα γλάρο να πετάει" και όλα τα υπόλοιπα του) και πράγματι διαβάζοντάς το πήρα ακριβώς αυτό που ήθελα και περίμενα.
Το πρώτο βιβλίο της Κορεάτισσας Hwang Sun-mi γνώρισε, δικαίως, μεγάλη απήχηση στη Νότια Κορέα καθώς έγινε ένα διαχρονικό best seller, ενώ μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε ταινία κινουμένων σχεδίων, έγινε επίσης θεατρικό έργο και μιούζικαλ. Η απήχηση του δεν σταματάει στη χώρα της συγγραφέως καθώς έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 12 γλώσσες. Στα ελληνικά μας το έφερε ο επιτυχημένος εκδοτικός οίκος Διόπτρα (ιδιαίτερα μετά την έκδοση των best seller της Hislop). Αισθάνομαι τυχερή που υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι που αναζητούν λογοτεχνικά διαμαντάκια σε ξένες γλώσσες, από άγνωστες χώρες, τα μεταφράζουν στα ελληνικά και μας τα προσφέρουν να τα γνωρίσουμε. 
Η επιτυχία του βιβλίου δεν είναι τυχαία καθώς η ιστορία της κότας που ήθελε να πετάξει κρύβει μέσα της όνειρα που στο τέλος εκπληρώνονται, αναφέρεται στη δύναμη της θέλησης που μπορεί να νικήσει και να επιβιώσει από τον μεγαλύτερο εχθρό. Ακόμη, έννοιες όπως ελευθερία, διαφορετικότητα, ικανοποίηση, αυτοθυσία, μητρότητα/ πατρότητα, γήρας κι άλλες πολλές φανερώνονται στον αναγνώστη καθώς η ιστορία ξετυλίγεται. Όλα αυτά μέσω των ζώων μιας φάρμας που αναμεσά τους ζούσε μια διαφορετική κότα, η Μπουμπουκίτσα, που δεν της άρεσε να ζει φυλακισμένη δίνοντας τα αβγά της στον αγρότη. Είχε όνειρο να ζήσει ελεύθερη στην αυλή, να κλωσήσει ένα αβγό και να μεγαλώσει το κοτοπουλάκι της. Το πείσμα της και η όρεξη της για ζωή τη βοηθούν να καταφέρει να ελευθερωθεί και να επιβιώσει. Βέβαια τα πράγματα έξω από την ασφάλεια του κλουβιού δεν είναι και τόσο ρόδινα. Όμως το όνειρό της εκπληρώνεται κι είναι αρκετό αυτό για να νιώσει πληρότητα κι ευτυχία.
Ένα εξαιρετικό, ευκολοδιάβαστο, απολαυστικότατο βιβλίο γραμμένο για να μπει στο ράφι με την κλασική λογοτεχνία. Θεωρώ πως είναι μια πολύ καλή βιβλιοπρόταση δώρου ακόμη και για κάποιον που διαβάζει σπάνια. Εμένα μου το έκανε δώρο κάποιος δωρητής της βιβλιοθήκης. Το είχαν καταχωνιάσει στην εφηβική λογοτεχνία, το ξετρύπωσα κι αμέσως το δανείστηκα καθώς από καιρό ήθελα να το διαβάσω και επιτέλους μου δόθηκε η ευκαιρία. 

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016

Παιδικό βιβλίο για βιβλία



Τακτοποιώντας τα ράφια της βιβλιοθήκης ανακάλυψα ένα ακόμη βιβλίο για βιβλία, παιδικό. Πόσο καιρό έχει να πέσει στα χέρια μου ένα βιβλιαράκι της αγαπημένης αυτής κατηγορίας. Πόσο καιρό έχει να μπει στο μπλογκ ανάρτηση για ένα βιβλιοβιβλίο! Σπεύδω να διορθώσω!
Αν και δεν μου αρέσει (και φυσικά δεν είναι ορθό)  να ταξιθετώ τα βιβλία ανάλογα  με τη σειρά στην οποία ανήκουν, έκανα μερικές εξαιρέσεις στα παιδικά βιβλία για κάποιες σειρές του Καστανιώτη και του Πατάκη, στις οποίες υπάρχει μεγάλη ποικιλία και είναι σειρές αρκετά δημοφιλείς οπότε έχουν το αναγνωστικό τους κοινό. Φτιάχνοντας, λοιπόν, την αλφαβητική σειρά έπεσε το μάτι μου σε έναν τίτλο με τις λέξεις βιβλιοπώλης και βιβλία. Αμέσως τράβηξα το βιβλίο από το ράφι για να χαζέψω το εξώφυλλο και την υπόθεση.
Πρόκειται για το βιβλίο με τίτλο "Η Γιέτε, ο βιβλιοπώλης και τα βιβλία" του Γερμανού Peter Hartling που εκδόθηκε στα ελληνικά το μακρινό 1998 από τον Καστανιώτη που το ενέταξε στη σειρά Νεανική Βιβλιοθήκη.
Η Γιέτε είναι ένα 12χρονο κορίτσι λίγο μελαγχολικό, καθώς μόλις έχουν χωρίσει οι γονείς της και προσπαθεί να συνηθίσει τη νέα κατάσταση, που της αρέσει να ονειροπολεί και να αφήνει τη φαντασία της να την οδηγεί σε νέα μονοπάτια. Τυχαία μια ημέρα μπαίνει στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς της και γνωρίζει το γέρο βιβλιοπώλη που αγαπά τη δουλειά του, τα βιβλία, και προσπαθεί να μυήσει και τη μικρή Γιέτε στο μαγικό κόσμο των βιβλίων. Της αφηγείται την ιστορία του Τομ Σόγιερ και άλλων αγαπημένων ηρώων. Η Γιέτε που νιώθει τον τελευταίο καιρό λίγο παραμελημένη από τη μητέρα της, μαγεύεται από τις ξεχωριστές αφηγήσεις του βιβλιοπώλη και της αρέσει  να περνάει τις ώρες της μαζί του. Αυτό όμως παρεξηγείται από τους κάτοικους της γειτονιάς κι έτσι μια κυρία από την υπηρεσία ανηλίκων δεν αργεί να την επισκεφθεί για να διαλευκάνει την υπόθεση.
Το βιβλίο μου άφησε ανάμικτα συναισθήματα. Σαφώς πρόκειται για ένα  βιβλίο για βιβλία που μου αρέσει να διαβάζω και απολαμβάνω τις βιβλιοφιλικές αναφορές τους αλλά από την άλλη ο συγγραφέας δεν κατάφερε να με κερδίσει με τον τρόπο γραφής του. Κι αν δεν κατάφερε εμένα, έμπειρη αναγνώστρια, μπορεί να καταφέρει ένα μικρό παιδί; Ο κύριος λόγος ήταν ότι ο συγγραφέας δεν είχε τον ειρμό που χρειάζεται για να απορροφηθεί ο αναγνώστης καθώς άλλαζε καταστάσεις και χρονικές περιόδους από τη μία πρόταση στην άλλη. Όμως για τους συλλέκτες των βιβλίων για βιβλίων, όπως εγώ, είναι ένα ακόμη βιβλίο που πρέπει να ενταχθεί στη συλλογή με τις όποιες ιδιαιτερότητες του!