Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Στο κέντρο της Αθήνας

Καιρός πέρασε χωρίς να αφήσω λίγες λέξεις γιατί καιρό είχα να κάνω τις βολτίτσες μου στους δρόμους της Αθήνας. Επιτέλους, περπατώ άγνωστη μεταξύ αγνώστων στο κέντρο της Αθήνας. Διαλέγω να μη βλέπω τις σκοτεινές γωνίες αλλά τα φωτεινά σημεία κι έτσι περπατώ αναζητώντας.

Άλλωστε, οι σκοτεινές γωνίες προβάλλονται από παντού και σε πυροβολούν κατάθλιψη, η μόδα της εποχής.
Να μη θες να ξημερώσει το αύριο γιατί σίγουρα θα πεινάς. Βέβαια, πείνα είναι όταν δεν υπερφορτώνεσαι με άχρηστα, βέβαια...

Μα γιατί κανείς δε μιλάει για τα τόσα καινούρια μαγαζιά, όμορφα χρωματιστά μαγαζιά γεμάτα ανθρώπους με νέα ματιά αφού η γερασμένη ξεπεράστηκε.
Και βιβλιοπωλεία, πολλά νέα βιβλιοπωλεία, περισσότερα με βιβλία δεύτερο χέρι, τα βιβλιοπωλεία αυτά που σε άλλες χώρες βρίσκεις σε κάθε γωνία, με καφέ, με φαγητό, παντού με από όλα.
Δεύτερο χέρι βιβλία, Εστία με τραπέζια γεμάτα σκονισμένες εκδόσεις με ένα ευρώ, Ελευθερουδάκης με προσφορές μόνο, για φαντάσου... θυμάμαι μια μικρή βιβλιοθήκη τοποθετημένη δειλά δειλά εκεί - εκεί ακριβώς που τώρα ξεφύτρωσε το τμήμα των προσφορών -με λίγα ράφια βιβλία σκονισμένα, σκισμένα, ξεχασμένα, να τα σπρώξουμε να φύγουν, χωρίς να φαίνεται όμως και πολύ.
Για φαντάσου ολόκληρο κατάστημα σήμερα η μικρή εκείνη βιβλιοθήκη στη γωνία...
Παλαιοβιβλιοπωλεία παντού, σε μικρές τρύπες, γεμάτα βιβλία που είχα ξεχάσει, αλήθεια τι είχαν αυτές οι τρύπες πριν;
Ακόμη και μαγαζί που καταργεί την άχρηστη έννοια των χρημάτων εντόπισα.
Μαγαζί που δεν αγοράζεις αλλά ανταλλάσσεις, στα Εξάρχεια εννοείται.
Μέχρι και εκδοτικοί οίκοι που δεν είχα ξανακούσει, δική μου παράλειψη ή απλά τα νέα δε φτάνουν στην επαρχία;
Όπως "Οι εκδόσεις των συναδέλφων", των δικών μας συναδέλφων, όλων εκείνων που κουβαλούν βιβλία καθημερινά και ξέρουν πόσο τρελό αλλά και πόσο μαγικό συνάμα είναι αυτό το κουβάλημα. Γιατί: "οι εργαζόμενοι έχουμε ανησυχίες, προβληματισμούς, ιδέες, οράματα - ζούμε πιο κοντά στον κρυμμένο θησαυρό των τυπωμένων σελίδων - έχουμε άποψη για το τι εκδίδεται, πώς εκδίδεται, πώς διακινείται, τι διαβάζεται". Ε πώς να μη συμπαθήσω αυτές τις εκδόσεις όταν σε κάθε βιβλίο που εκδίδουν στο recto της σελίδας τίτλου έχουν αυτά και άλλα τέτοια λόγια.

Κι η συμπάθεια είναι διπλή όταν στον κατάλογό τους προστέθηκε ένα βιβλίο γεμάτο ιστορία εκδόσεων με τίτλο "Στη χώρα των βιβλίων: η εκδοτική ιστορία του Βιβλιοπωλείου της Εστίας, 1885-2010". Βιβλίο που παραδόξως (ή όχι τόσο) δε βρήκα στην Εστία αλλά σε ένα βιβλιοπωλείο με τραπεζάκια για καφέ απέναντι από την Πρωτοπορία που ονομάζεται "Εκτός των τειχών".
Υπάρχουν κι άλλοι λοιπόν που παρά "την απουσία μιας συγκροτημένης επιστημονικής προσέγγισης της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας του βιβλίου στην Ελλάδα που δείχνει τον δύσκολο και αχαρτογράφητο δρόμο της πρώτης αναγνώρισης του πεδίου" ξεκινούν και - το αισιόδοξο - τελειώνουν, έστω και σε βάθος χρόνου, το δύσκολο εγχείρημα.

Το blog των εκδόσεων των συναδέλφων καθώς και περισσότερα για το μαγικό βιβλίο που ακόμη δεν έχω ξεκινήσει εδώ.

Καλή χρονιά να ευχηθώ... μα καλή δεν γίνεται τυχαία αλλά με σκέψη που έρχεται... διαβάζοντας.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Μια βιβλιοθήκη γεμάτη ανθρώπους


Δεξιά και αριστερά έχω ακούσει διάφορα για αυτή τη νέα βιβλιοθήκη. Άρθρα εφημερίδων, αναρτήσεις, απόψεις, σκέψεις, όμορφα λόγια, αλλά τίποτα ολοκληρωμένο γι' αυτήν την ιδέα που μου θυμίζει κάτι από Ρέυ Μπράντμπερυ, κάτι από παραμυθάδες με αρκετή δόση επιστημονικής φαντασίας δηλαδή.
Και να η ιστοσελίδα τους που τα λέει όλα και σαν να αρχίζω να καταλαβαίνω τι γίνεται. Πρόκειται για μια ομάδα ανθρώπων που σαν να θέλουν να πάνε ενάντια στην απρόσωπη κοινωνία που χτίζουμε κάθε μέρα όλο και πιο πολύ όλοι εμείς που επικοινωνούμε καμουφλαρισμένοι πίσω από κάτι υπερσύγχρονες οθόνες που όλο γίνονται και πιο πλατιές και πιο λεπτές και ποιος ξέρει τι άλλο πιο ακόμα. Κοινωνικά δίκτυα που νομίζουμε ότι μας κοινωνικοποιούν.
Βιβλιοθήκη χωρίς χάρτινα βιβλία, χωρίς ράφια, χωρίς υπολογιστές αλλά με Ανθρώπους που περιμένουν να σου αφηγηθούν μια ιστορία. Η Ζωντανή Βιβλιοθήκη είναι ένα εξαιρετικό μέσο άσκησης στην συνύπαρξη, ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, αναφέρουν στην ιστοσελίδα.
Όπως όλες οι βιβλιοθήκες έχει και αυτή κανόνες, επιλέγω έναν να αφήσω εδώ εκείνον που με έκανε να χαμογελάσω: "Ο αναγνώστης οφείλει να επιστρέψει το Ζωντανό Βιβλίο στην ίδια πνευματική και φυσική κατάσταση που το δανείστηκε. Δεν επιτρέπεται να προκαλέσει ζημιά σε ένα Ζωντανό Βιβλίο, να του τσαλακώσει τις σελίδες ή να θίξει την αξιοπρέπειά του/της με οποιονδήποτε τρόπο".

Δεν αναφέρω άλλα γιατί όλα είναι συγκεντρωμένα εδώ:

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Μια επέτειος και ένα παιδικό βιβλίο

H αδυναμία μας για τα παιδικά βιβλία είναι μια αλήθεια που δεν κρύβεται. Ίσως να φταίει η εικονογράφηση γιατί καμιά φορά είναι η ιστορία των χρωμάτων και των εικόνων που με μαγεύει και όχι των λέξεων. Μόνο που τα παιδικά βιβλία συγκεντρώνουν και τα δύο: την εικόνα που όσο περνάει ο καιρός έχω την εντύπωση ότι γίνεται όλο και πιο δελεαστική και τις λέξεις, την αφήγηση, σταθερή αξία αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου. Αφήγηση απαλλαγμένη από πολυπλοκότητες και δυσνόητες λέξεις, ώστε να εξαλείψει κάθε αίσθημα κόπωσης και ανίας, με φόντο ολοσέλιδες εικόνες φτιαγμένες από τα πιο ζωηρά χρώματα της παλέτας του εικονογράφου, ώστε να εξαφανιστεί εντελώς η γυμνή σελίδα πίσω από τα μαύρα γράμματα, είναι το μυστικό της επιτυχίας των παιδικών βιβλίων. Όλα καλλιεργούνται με σκοπό να προσεγγιστεί η πιο απαιτητική κατηγορία αναγνωστών. Πείθουν ακόμη και εμάς, απλούς φίλους των βιβλίων.

Πράγματι, τα παιδιά αποτελούν το πιο απαιτητικό αναγνωστικό κοινό και ακόμη περισσότερο τα παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού που μόλις έχουν κατακτήσει (ή ακόμη προσπαθούν να κατακτήσουν) το μηχανισμό της ανάγνωσης. Σε αυτήν την κατηγορία στοχεύει το ολιγοσέλιδο βιβλιαράκι με τίτλο «Τσέπες γεμάτες λέξεις» που έχω στα χέρια μου που ακόμη και η σελιδαρίθμηση απουσιάζει ως μάλλον άχρηστη λεπτομέρεια για τους αναγνώστες-στόχος. Μια ιστορία 250 λέξεων, όπως και των υπολοίπων βιβλίων της σειράς, όσες λέξεις δηλ. μπορούν να «αντέξουν» οι αναγνώστες ηλικίας 7-8 ετών. Υπό αυτόν τον περιορισμό λέξεων η συγγραφέας Δέσποινα Μπογδάνη-Σουγιούλ αφηγείται την ιστορία του μικρού Οδυσσέα που δεν είναι άλλος παρά ο μεγάλος μας Οδυσσέας Ελύτης.
Με αφορμή την επέτειο για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του που είναι την επόμενη εβδομάδα (2/11) αλλά και όλο το 2011, φέρνω στη μνήμη μου το μικρό αυτό βιβλίο που είναι ίσως η ομορφότερη ιστορία που διάβασα για το μεγάλο αυτόν ποιητή. Γιατί κι εγώ κάπως έτσι φαντάζομαι τον μικρό Οδυσσέα να μαζεύει στις τσέπες του λέξεις και λίγο πριν σκοτεινιάσει να τρέχει να τις σκορπίσει στη θάλασσα, να τις κάνει πουλιά, να πετάξουν ελεύθερες όσο πιο μακριά γίνεται...

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011

Οι άνθρωποι που περίμεναν να προωθηθούν στην ταράτσα της Στοάς του Βιβλίου είχαν την μορφή φιδιού ή πάλι σχημάτιζαν μια μακριά ουρά που έφτανε έως την Πανεπιστημίου. Χτες το βράδυ, μετά τις οκτώ που είχε σκοτεινιάσει. Τι κοινό είχαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Κρατούσαν ένα τουλάχιστον βιβλίο στα χέρια τους. Πολλοί κρατούσαν περισσότερα από ένα στην αγκαλιά τους και άλλοι κρατούσαν γεμάτη σακούλα. Τα βιβλία ήταν σημάδι αναγνώρισης. Το συνεκτικό του ανθρώπινου ιστού ήταν τα βιβλία. Κινητήριος ώθηση προσφοράς σε μια εποχή που μας στερούν χωρίς να μας δίνουν το λόγο, σταλάζοντας αισθήματα ανασφάλειας, καταστροφή, φόβου. Ισοπεδώνοντας το μέλλον, πνίγοντας προσδοκίες. Βιβλία για να δοθούν σε φυλακές και ιδρύματα. Βλέμματα διερευνητικά, πόσοι πολλοί μπορούμε να είμαστε, τι βιβλίο έφερε τούτος, κουβέντες μεταξύ αγνώστων παρά το στριμωξίδι και το σπρωξίδι. Εκδήλωση με μεγάλη ανταπόκριση που μάλλον δεν την υπολόγισαν οι διοργανωτές. Γιατί γέμιζε και γήπεδο, μπάσκετ πάντως. Είχε και λογάκια αναγνωρίσιμων προσώπων για τα βιβλία της ζωής τους και μουσικές. Στην είσοδο επικρατούσε το αδιαχώρητο. Κάθε κίνηση ήταν αργή και ασφυκτική, και όμως, μικροί και μεγάλοι, εκεί, επίμονοι και αποφασισμένοι, να δώσουν το βιβλίο τους. Εκείνο που δεν ήθελαν πια, το παλιό και σκονισμένο από το ράφι. Εκείνο το διαβασμένο, να πάει παρακάτω. Το άλλο που νόμισαν ότι θα αρέσει, θα πιάσει τόπο, θα αγγίξει αναγνώστες σε ιδιαίτερες συνθήκες και καταστάσεις. Το αγαπημένο βιβλίο που άφησε κάτι καθοριστικό. Ένα μοίρασμα για το καλό, τέλος πάντων.

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Χίλιες μία νύχτες και μία ακόμη δώρο

Οι αραβικές ιστορίες της Σεχραζάντ στο Χίλιες και μία νύχτες (ή τα Παραμύθια της Χαλιμάς για το ελληνικό κοινό) υπήρξαν η βάση και η πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία τριών διηγημάτων, όλων δημοσιευμένων υπό τον τίτλο Η χιλιοστή δεύτερη νύχτα.
Τρία διηγήματα που γράφτηκαν σε διαφορετικoύς χρόνους, σε διαφορετικές χώρες από τρεις διαφορετικούς συγγραφείς. O Γάλλος Theophile Gautier to 1842, ο Αμερικάνος Edgar Allan Poe το 1845 και ο Ρουμάνος Nicolae Davidescu το 1937 θέλησαν να δώσουν συνέχεια στο Χίλιες και μία νύχτεςκαι να δώσουν πνοή μέσα από την πένα τους στην ηρωίδα και αφηγήτρια των ιστοριών, ενώνοντας τη μυθοπλασία της Ανατολής με εκείνη της Δύσης.
Για άλλη μια φορά θέτω το ερώτημα για το κατά πόσο δίκαιο είναι να δανείζεσαι έναν ήρωα και να συνεχίζεις μια ιστορία που έχει ξεκινήσει (και ουσιαστικά τελειώσει) κάποιος άλλος. Ο Σάλιντζερ απέρριψε το ενδεχόμενο να δοθεί συνέχεια στο Ο φύλακας στη σίκαλη, «προστατεύοντας» με νόμους περί πνευματικών δικαιωμάτων το χάρτινο ήρωα του, γεγονός που είχα αναφέρει σε προηγούμενη ανάρτηση. Σε αυτήν την περίπτωση κανείς δεν εμπόδισε, δεν θα μπορούσε άλλωστε, τη συγγραφή και τη δημοσίευση των τριών αυτών μικρών αριστουργημάτων. Οι συγγραφείς είχαν τη δυνατότητα να συνομιλήσουν μέσα από την τέχνη του λόγου, μια συνομιλία που υπερπηδά τα εμπόδια του χρόνου και της λήθης.
Θα σταθώ στο δεύτερο από τα τρία διηγήματα, εκείνο του Πόε (ή Πόου όπως συνηθίζουν να προφέρουν μερικοί), διότι ήταν η αφορμή να θυμηθώ ξανά την αψεγάδιαστη γραφή ενός ευφυή συγγραφέα.
Το διήγημα θέλει τη Σεχραζάντ να αφηγείται τη χιλιοστή δεύτερή της ιστορία που δεν είναι άλλη από την εξιστόρηση των επιτευγμάτων της Δύσης και την περιγραφή μιας μακρινής πραγματικότητας (μέσα πάντα από το οξύ ύφος του Πόε). Όλα όμως ακούγονται παράδοξα στον βγαλμένο από άλλη εποχή βασιλιά, ο οποίος δεν πιστεύει λέξη από όλη την αφήγηση και την τιμωρεί με τον τρόπο που της άξιζε.
Μέσα στις ευφυείς περιγραφές των επιτευγμάτων της Δύσης, ο Πόε δεν παρέλειψε να προσθέσει και την τυπογραφία, απόσπασμα που δεν θα μπορούσα να μην αφήσω εδώ:
«Αλλά ένας άλλος, ακόμη πιο επιτήδειος θαυματοποιός, κατασκεύασε ένα εκπληκτικό πλάσμα που δεν είναι ούτε άνθρωπος ούτε θηρίο, έχει εγκέφαλο από μολύβι, αναμειγμένο από ένα μαύρο υλικό σαν πίσσα, και δάχτυλα που έχουν τόση ταχύτητα και επιδεξιότητα ώστε να μπορεί χωρίς κανένα πρόβλημα να φτιάξει είκοσι χιλιάδες αντίτυπα του Κορανίου μέσα σε μιαν ώρα, και με τόση εκπληκτική ακρίβεια που να είναι όλα πανομοιότυπα, μέχρι το τελευταίο ιώτα».
Πράγματι «η αλήθεια είναι πιο παράξενη από τη φαντασία» όπως αναφέρει το παλαιό ρητό με το οποίο ξεκινά το διήγημά του.

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011

Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο

Δε συνηθίζω να γράφω για βιβλία πολυδιαφημισμένα, όχι για κανέναν άλλο λόγο απλά γιατί ό,τι θα μπορούσα να πω έχει ήδη ειπωθεί. Κάνω μια μικρή εξαίρεση, τη δεύτερη για το συγκεκριμένο βιβλίο μιας που για πρώτη φορά αγοράζω ένα βιβλίο που βρίσκεται πρώτο στις λίστες με τα ευπώλητα για εβδομάδες. Για άλλη μια φορά το πρώτο που με τράβηξε στο συγκεκριμένο βιβλίο ήταν ο τίτλος του καθώς και ο συγγραφέας.
"Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο" του Άρτουρ Σοπενχάουερ. Ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους του 19ου αι. πρώτος σε πωλήσεις, ποιος θα το πίστευε. Να όμως που η καλή προώθηση ενός βιβλίου από τον εκδοτικό οίκο μπορεί να κάνει θαύματα (και η καλή τιμή του). Εκτός από την προώθηση που παίζει αναμφίβολα σπουδαίο ρόλο για την ελληνική επιτυχία του βιβλίου ευθύνεται και η έκδοση επιμελημένη έτσι ώστε να απευθύνεται στο ευρύ κοινό και όχι σε ένα εξειδικευμένο κοινό. Το σχόλια του μεταφραστή και του εκδότη της αγγλικής έκδοσης περί περικοπής και παράληψης σημείων που θεωρήθηκαν ακατάλληλα και όχι γενικού ενδιαφέροντος εξηγούν και δικαιολογούν εν μέρη την εμπορική του επιτυχία. Μια τεχνική που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη εφόσον φυσικά δε θίγει τις πρωτότυπες ιδέες και γίνεται αφορμή ώστε να μπουν διεθνώς οι λέξεις (ή κάποιες από τις λέξεις) του Γερμανού φιλόσοφου στα σπίτια του ευρέως αναγνωστικού κοινού. Τεχνική που ακολουθούν και άλλοι τίτλοι των εκδόσεων Πατάκη αυτής της σειράς.
Στο ειρωνικό και αρκετά χιουμοριστικό δοκίμιο διακρίνεται η πεσιμιστική θέση του Σοπενχάουερ γύρω από την ανθρώπινη φύση που διακατέχει ολόκληρη τη φιλοσοφία του. Επιθυμία του ήταν να προστατέψει τους αναγνώστες του από τα τεχνάσματα και τους ανειλικρινείς τρόπους της ρητορικής που χρησιμοποιούν οι υπόλοιποι (πολιτικοί, δημοσιογράφοι, διαφημιστές κ.ο.κ.) ούτως ώστε να επιβληθούν. Στην ουσία διδάσκει την "Εριστική διαλεκτική που είναι η τέχνη του να λογομαχεί κανείς - και να λογομαχεί με τέτοιο τρόπο ώστε να υπερασπίζεται επαρκώς τις θέσεις τους - είτε έχει δίκαιο είτε άδικο", έτσι ώστε να αναγνωρίζονται τα κακόβουλα τεχνάσματα όσων σκοπίμως θέλουν να φαίνεται πως έχουν πάντα δίκαιο. Για τον λόγο αυτόν ο ίδιος αντιμετώπισε το κείμενό του ως ένα σύγγραμμα με ειρωνική διάθεση και περισσότερο ως μια προειδοποίηση με παραδείγματα παρά μία διδαχή.

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011

Καθόλου δεν είναι πως δεν θέλω να είμαι στις Βολτίτσες. Ίσα ίσα σκέφτομαι ότι και ετούτο και εκείνο έχουν να πούνε, η Έκθεση Βιβλίου στο Ζάππειο έγινε και έκεί όλο και κάτι κινήθηκε. Είναι που τελευταία χάνω το κουράγιο μου και κρύβομαι. Χώνομαι στα βιβλία που ανοίγουν την πόρτα προς τα αλλού και τρέφουν το μυαλό. Για λίγο ακόμα...

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

Πολτοποιημένες αναμνήσεις

Έψαξα αρκετά γι’ αυτό το βιβλίο. Περιπλανήθηκα στα μεγάλα και μικρά βιβλιοπωλεία των Αθηνών, ελπίζοντας ότι θα υπάρχει σε κάποιο σκονισμένο ράφι. Έφταιγε ο τίτλος του. Παντού ίδια απάντηση: εξαντλημένο. Που ξέρεις, σκεφτόμουν, ίσως και πολτοποιημένο, όπως τόσοι τίτλοι, όσους χωράει όλος ο κατάλογος των Ελληνικών Γραμμάτων. Τι ιδέα και αυτή να τα πολτοποιήσουν όλα, ενώ τόσες βιβλιοθήκες πεινάνε. Η φρίκη των ημερών μας διακρίνεται παντού. Η αλήθεια είναι ότι δεν πήγα από τα παλαιοβιβλιοπωλεία, αν και εκεί είχα περισσότερες πιθανότητες να το βρω, έχω καιρό να περάσω από εκείνη τη γειτονιά. Και τελικά βρέθηκε, για φαντάσου, βρέθηκε στη δημόσια βιβλιοθήκη του νησιού μου. Πόσο χαζή νιώθω όταν καμιά φορά υποτιμώ την αξία των βιβλιοθηκών κι ας ρίχνω το φταίξιμο σε άλλους παράγοντες.
Γκαρσονιέρα για παλιά βιβλία (μα τι τίτλος, πως γίνεται να μη θες να το δεις;), του Δημήτρη Μιχαηλίδη, από τις εκδόσεις Καστανιώτη, που εξαιτίας τους το βιβλίο αυτό δεν κυκλοφορεί. Αλήθεια το 1996, χρονιά που

κυκλοφόρησε, είναι τόσο μακριά από το σήμερα;
Περιλαμβάνει εννιά διηγήματα και τον τίτλο του τελευταίου δανείστηκε ολόκληρο το βιβλίο, υποθέτω πως αυτό είναι και το πιο δυνατό. Μέσα σε 14 σελίδες συγκεντρώνεται όλη η αγάπη του δημοσιογράφου, συγγραφέα αλλά και εκδότη Δ. Μιχαηλίδη για τα βιβλία. Καμιά φορά δεν χρειάζεται πολύ χώρος για να εκφράσεις ένα συναίσθημα. Μόνο που τότε κάθε λέξη, κάθε σημείο στίξης έχει νόημα και τελειώνοντας μένει η γλυκιά αίσθηση του «θέλω κι άλλο».
Ξαφνικά έγινα ο ήρωας του διηγήματος. Ξύπνησα μετά από 40 χρόνια σε μια άλλη ζωή, στο γραφείο ενός δικού μου σπιτιού γεμάτο με σκονισμένα ράφια. Κάθε βιβλίο και μία ιστορία, της δικής μου ζωής ιστορία. Από κάποια θέλω να απαλλαγώ, ίσως απλά και μόνο για να ξεχάσω ή για να κάνω χώρο, πρακτικό και θεωρητικό, ώστε να μη γκρινιάζουν οι υπόλοιποι που ζουν μαζί μου. Να τα πετάξω, να τα χαρίσω, να τα πουλήσω ή να ακολουθήσω το δρόμο των Ελληνικών Γραμμάτων και να τα πολτοποιήσω; Αδύνατον! Κι έτσι επιλέγω ένα διαφορετικό δρόμο, να νοικιάσω μια γκαρσονιέρα, να σαν κι αυτή που μένω τώρα, και να τα μεταφέρω όλα εκεί, να πηγαίνω όταν θα θέλω να ξεφύγω και να συναντήσω τα φαντάσματα του παρελθόντος που με στοιχειώνουν.
Σίγουρα σε όποια ηλικία κι αν βρεθώ θα θέλω να ξε-φεύγω και να μένω μόνη, μακριά από φασαρία και ρουτίνα και να αναπολώ κοιτώντας μία μία τις χρωματιστές ράχες των βιβλίων της ζωής μου.
«Μόλις άναψε το φως, πραγματικά ένιωσε έκπληξη. Άδειο, όπως το είχε νοικιάσει, του φαινόταν μια τρύπα. Τώρα σαν να ήταν πιο μεγάλο και στον ένα τοίχο του σαλονιού μια βιβλιοθήκη με όλα του τα βιβλία, βέβαια ακατάστατα και ανακατωμένα, αλλά ήταν τα βιβλία του. Κάθισε σε μια πολυθρόνα και τα έβλεπε σαν υπνωτισμένος και σκέφτηκε αρκετά συγκινημένος: Αυτά τα βιβλία είναι η ζωή μου. Εξορισμένα σ’ ένα μικρό κρυφό διαμέρισμα, στην ψυχή μου».

Έτσι ακριβώς.

Να ευχηθώ κι εγώ με τη σειρά μου καλό υπόλοιπο καλοκαιριού συντροφιά με όμορφες σκέψεις.

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Τι διαβάζουμε στις διακοπές;

Είναι λίγος, μάλλον προς το αρκετός, καιρός τώρα που οι Βολτίτσες χάλασαν την εβδομαδιαία τους συνάντηση. Μια απορύθμιση, είναι αλήθεια. Όμως, μας λείπουν. Πολύ μας λείπουν γιατί βρίσκουμε κομμάτι έκφρασης, κομμάτι εαυτού.
Οι διακοπές ενδείκνυνται επίσημα ως περίοδος ανάγνωσης. Ο ελεύθερος χρόνος, η σχόλη, ταιριάζει με την ενασχόληση του διαβάσματος. Άνθρωποι που δεν διαβάζουν στην καθημερινότητά τους, στις διακοπές έχουν περιλάβει την ανάγνωση περιοδικών και τουλάχιστον ενός βιβλίου. Συστηματικοί αναγνώστες φορτώνουν τις αποσκευές τους με τόμους που ταξιδεύουν μαζί στους προορισμούς τους. Γονείς αγοράζουν στα παιδιά τους βιβλία για τις μακρές ημέρες μη σχολείου. Οι δανεισμοί στις παρέες ανθίζουν. Ανταλλαγές ιδεών για βιβλία του Αυγούστου αποτελούν θέμα συζήτησης τις τελευταίες μέρες πριν την αναχώρηση. Τα βιβλία είναι πάντως μέσα στην εικόνα της προσδοκίας της αυτοδιάθεσης του χρόνου των διακοπών μας. Οι εκδότες το γνωρίζουν και προγραμματίζουν ανάλογα τις νέες κυκλοφορίες για το καλοκαίρι. Ο Τύπος αφιερώνει σχετικά ένθετα, έχουμε πληροφόρηση και κατεύθυνση, βέβαια (για τα ένθετα λέω να επανέλθω). Οι φίλοι μας κάνουν δώρο βιβλίο για τις διακοπές και εμείς πάλι διαλέγουμε από τα ράφια, και τα ηλεκτρονικά ράφια, ένα κάτιτις που μας γυάλισε στο μάτι και ως ιδέα. Ίσως κιόλας να θέλουμε να εξερευνήσουμε τους βιβλιοχώρους του τόπου επίσκεψής μας. Να ανακαλύψουμε εκεί επιτόπου κάτι παλιό, κάτι που μένει κρυφό, αόρατο έξω από τα μεγάλα κανάλια κυκλοφορίας των εντύπων, κάτι ιδιαίτερο παραγωγής και σύνδεσης με αυτό το μέρος που τώρα βρεθήκαμε.
Στις διακοπές, λοιπόν, διαβάζουμε. Διαβάζουμε λογοτεχνία, μυθιστορήματα, αστυνομικά, διηγήματα, ίσως και ποίηση, δοκίμια και αναλύσεις, μελέτες. Διαβάζουμε βιβλία που τα κρατήσαμε ειδικά για τις διακοπές, βιβλία που αρχίσαμε με χαρά αλλά αφήσαμε στην μέση εξαιτίας άλλων δουλειών και θέλουμε να τα τελειώσουμε με άνεση στον δικό μας ρυθμό, βιβλία που έχει διαβάσει όλος ο κόσμος και αν δεν τα έχουμε τουλάχιστον ξεφυλλίσει αισθανόμαστε στην απέξω της κουβέντας, της επικαιρότητας, βιβλία κλασικά, εκκρεμότητες από παλιά της γενικής μας παιδείας, βιβλία που έχουμε ήδη διαβασμένα αλλά θέλουμε να τα ξαναδιαβάσουμε με την καινούργια μας ματιά, να θυμηθούμε τι διαβάσαμε, τι σκέψεις κάναμε τότε, ποιες τώρα, πόσο, πόσα έχουν αλλάξει. Αλλά και πιο βαριά βιβλία της δουλειάς που χρειάζονται ψύχραιμη και στοχαστική προσέγγιση.
Στις διακοπές διαβάζουμε για να κερδίσουμε όσα επιθυμούμε μα χάνουμε με την καθημερινότητα, διαβάζουμε για την χαρά της ανάγνωσης, του εσωτερικού διαλόγου που αναπτύσσουμε, της μεταφοράς σε άλλες καταστάσεις που ζητούν από εμάς να μορφώσουμε εικόνες, να μπούμε και εμείς στο πλαίσιό τους και να βγούμε εμπλουτισμένοι, περπατημένοι σε γνωστά και άγνωστα μονοπάτια και να νιώσουμε καλύτερα στο πετσί μας. Διαβάζουμε βιβλία για να αδειάσουμε από τα προβλήματά μας και να ηρεμήσουμε, να ξεκουραστούμε, να μην μας απασχολήσουν πολύ, να γυρνάνε οι σελίδες, και μετά και μετά τι γίνεται, χωρίς δυσκολίες και να μας διασκεδάσουν ανάλαφρα.
Ορισμένοι διαβάζουν μονοδιάστατα, ένα είδος για έναν λόγο για πάντα. Άλλοι κορφολογούν είδη εφευρίσκουν νέους λόγους δεν δέχονται το σταθερό πάντα. Άλλοι βάζουν στόχους αλλά παραδρομούν με την πρώτη ευκαιρία. Και πάει λέγοντας… Υπάρχουν τρόποι και τρόποι, παραλλαγές και αποχρώσεις. Είναι δυνατόν και ο ίδιος άνθρωπος να έχει ποικιλία τρόπων, ανάλογα.
Ένα μπορώ να πω με σιγουριά για τα βιβλία της δικής μου στοίβας. Πρόκειται για μια στοίβα που αντί να ροκανίζεται βιβλίο το βιβλίο, υψώνεται κάθετα. Και είναι φορές που απελπίζομαι ότι δεν θα τα καταφέρω ούτε στο μυριοστό των όσων επιθυμώ και πάντα θα μένουν ανεκπλήρωτα ζητούμενα οι αναγνώσεις, είναι και άλλες φορές που λειτουργούν όπως το υφαντό της Πηνελόπης, όσο δεν τελειώνουν, έχω λόγο να υπάρχω.
Τέλος πάντων!
Καλό καλοκαίρι ελπίζω, καλές αναγνώσεις εύχομαι!

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Οι λέξεις και το χρήμα

Ο εκδότης αλλά και συγγραφέας Αντρέ Σιφρίν, γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από το εξαιρετικό βιβλίο του Εκδόσεις χωρίς εκδότες, συνεχίζει στα 75 του χρόνια να μιλάει για το μαγικό κόσμο των εκδόσεων. Συνεχιστής του εκδοτικού οίκου Pantheon Books που ίδρυσε ο πατέρας του ως μετανάστης στην Αμερική, εξέδωσε κορυφαίους Ευρωπαίους συγγραφείς όπως τον Ζαν Πολ Σαρτρ αλλά και τον Μισέλ Φουκό. Ζώντας στον κόσμο των εκδόσεων δε διστάζει να καταγράψει τις αλλαγές που βιώνει και να μιλήσει για τους κινδύνους που απορρέουν από τη συγκέντρωση της εκδοτικής παραγωγής σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, γεγονός που μεταμορφώνει τον κόσμο των λέξεων.
Εν μέσω οικονομικής κρίσης στο νέο του βιβλίο, που την ελληνική του μετάφραση μας προσέφεραν οι εκδόσεις Αιώρα, ο Σιφρίν δίνει λύσεις για την επιβίωση αλλά και την ανάπτυξη των παραδοσιακών βιβλιοπωλείων και εκδοτικών οίκων. Λύσεις που προέρχονται από την εμπειρία του, τις γνώσεις και την αγάπη του για τον χώρο των εκδόσεων. Έχοντας ταξιδέψει σε πολλές χώρες του κόσμου, μπαίνοντας πάντα στον πειρασμό να δει από κοντά πως εργάζονται οι συνάδελφοι του, μας προσφέρει όλα όσα συνάντησε στη Γαλλία, στη Νορβηγία, στην Κίνα, στη Δανία και σε άλλες χώρες που έτυχε να περάσει.
Κλείνοντας στο βιβλίο η σκέψη που κρατάω σε μια άκρη είναι ότι οι λέξεις και το χρήμα είναι δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες γιατί:
"Οι εκδόσεις δεν θεωρούνται κλασική επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά μάλλον λειτούργημα. Εκείνοι που κατεξοχήν ενδιαφέρονται να βγάλουν χρήματα ακολούθησαν άλλη καριέρα. Παρόλο που, όπως είναι φυσικό, οι εκδότες είναι υποχρεωμένοι να κερδίζουν αρκετά χρήματα για να εξασφαλίζουν την επιβίωσή της εταιρείας τους κανείς δεν περιμένει να βγάλει τεράστια κέρδη. "
"Τα πιο μικρά βιβλιοπωλεία έχουν κέρδη κατά μέσο όρο 0,6%. Τα μεγαλύτερα, που πωλούν εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία το χρόνο, έχουν κέρδη που δε ξεπερνούν το 2%, πολύ χαμηλότερα από κάθε άλλη εμπορική δραστηριότητα. Ελάχιστα από τα πιο γνωστά βιβλιοπωλεία κερδίζουν χρήματα. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι όλα τα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία, άσχετα με το μέγεθος τους, παρέχουν μια πολύτιμη υπηρεσία στην κοινωνία, την οποία δεν παρέχουν τα σούπερ μάρκετ και οι αλυσίδες. Τα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία δεν περιορίζονται στην προβολή των λίγων μπεστ σέλερ, αλλά είναι εφοδιασμένα και με μια μεγάλη γκάμα παλιότερων τίτλων."
Σίγουρα δεν είναι ένα βιβλίο που προσφέρει απόλαυση διαβάζοντάς το δίπλα από το γλυκό νανούρισμα των κυμάτων αλλά είναι ένα βιβλίο τροφή για σκέψη που εντόπισα εξαίτιας του βιβλιοπωλείου Σύγχρονη Έκφραση.

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Εφημερίδων βιβλιοένθετα

Από την εμφάνισή του ο ελληνικός Τύπος περιλάμβανε ειδήσεις για βιβλία, ανθρώπους που καταπιάνονταν με το γράψιμο, μεταφράσεις, εκδόσεις και βιβλιοθήκες. Τα Ελληνικά Χρονικά του Μάγερ που τυπώνονταν στο Μεσολόγγι, και παρά το γεγονός ότι ο Αγώνας δεν είχε ακόμα δικαιωθεί, οραματίζονταν μια Εθνική Βιβλιοθήκη το 1824. Όταν οι εφημερίδες ήταν τετρασέλιδες αναφερόντουσαν σε νέα του βιβλίου στην τρίτη ή τέταρτη σελίδα και αντίστοιχα όταν ήταν εξασέλιδες στην πέμπτη και έκτη, μαζί με πληροφορίες αρχαιολογικές, μουσειακές και ανασκαφικές, μαζί με περιγραφές θεατρικών παραστάσεων. Περισσότερα για την παρουσίαση βιβλίων τους περασμένους αιώνες άλλη φορά, ίσως.
Από τότε πολλά έχουν αλλάξει. Σήμερα οι εφημερίδες βρίσκονται σε μια καμπή. Πολλές έχουν δυο μορφές: την έντυπη των περιπτέρων με τα ειδικά ένθετα, αφιερώματα, δώρα-κίνητρα (την Κυριακή) και την άυλη ηλεκτρονική. Οι ειδήσεις για βιβλία δεν δημοσιεύονται σε καθημερινή βάση. Συγκεντρώνονται σε ιδιαίτερα ένθετα. Οι εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας μοιράζονται τις ημέρες που βγάζουν το βιβλιοένθετό τους και συναγωνίζονται μεταξύ τους στην προσπάθεια να κερδίσουν το κοινό που ενδιαφέρεται από κάθε άποψη για το βιβλίο.
Η Καθημερινή μιλάει για βιβλία τις Κυριακές. Το ένθετο κυκλοφορεί στην ίδια μορφή πολλά χρόνια, έχει το ίδιο μέγεθος με το υπόλοιπο σώμα της εφημερίδας, 2ο δηλαδή μεγάλο, τιτλοφορείται με κεφαλαία γράμματα «Τέχνες» και με μικρότερα καπιταλάκια σε άλλη αράδα «και Γράμματα». Τα περί βιβλίων περιέχονται μαζί με «Θέατρο – Μουσική – Χορός – Βιβλίο – Εικαστικά – Κινηματογράφος», όπως αναγράφεται επεξηγηματικά. Όλα αυτά καταλαμβάνουν ένα δεκαεξασέλιδο, όπου η τελευταία είναι μια ολοσέλιδη διαφήμιση και στις μέσα σελίδες εμφανίζονται αρκετές άλλες που, βέβαια, αντιστοιχούν στα θέματα που πραγματεύεται (εκδόσεις, καλλιτεχνικές παραστάσεις, κλπ). Οι συνεργάτες είναι σταθεροί και έχουν διαμορφώσει σταθερούς αναγνώστες.
Με επίτιτλο «Βιβλίο», πιάνει τις μεσιανές σελίδες, ας πούμε 9 έως 11, τρεις τον αριθμό συνήθως. Σε αυτές υπάρχουν βιβλιοπαρουσιάσεις ελληνικών τίτλων, σπάνια ξενόγλωσσων, και μερικές μεταφράσεις από το περιοδικό The Economist. Οι βιβλιοπαρουσιάσεις, που την Ελλάδα σπάνια αγγίζουν την βιβλιοκριτική και όταν το κάνουν, το κάνουν άκομψα και με εμπάθεια δημιουργώντας βεντέτες και όχι διάλογο, καλύπτουν κυρίως βιβλία εγχώριας ιστορίας, λογοτεχνίας, πολιτικά δοκίμια. Εμφανίζονται και επιστημονικά βιβλία. Έμφαση δίνεται σε διανοούμενους επισκέπτες και του έργου τους, ομιλητές του Μεγάρου Μουσικής (Πρόγραμμα Μεγαρον Plus), Συνεδρίων ή καλεσμένων Πανεπιστημίων.
Δυο στήλες με τίτλο «Εξ αφορμής» και «Διακρίνοντας» παρουσιάζουν ποικίλα βιβλιοζητήματα, σκέψεις και ενημερωτικά στο πεδίο της βιβλιοπαραγωγής, της λογοτεχνίας. Η στήλη «Νέες εκδόσεις» παρουσιάζει και προτείνει συγχρόνως. Παρουσιάζει ανά κατηγορίες (πεζογραφία, μελέτες, ιστορία, δοκίμια, κλπ) την ταυτότητα του βιβλίου (συγγραφέας, τίτλος, εκδοτικός οίκος, σελίδες, τιμή), την εικόνα του εξωφύλλου, και την υπόθεση σε είκοσι γραμμές.
Οι προτιμήσεις του αναγνωστών, μια ποσοτική παρουσίαση, αναλύεται στα «Πρώτα σε πωλήσεις». Χωρισμένη σε δυο μεγάλες κατηγορίες: «Μελέτες, λευκώματα, βιογραφίες», και έπεται η «Λογοτεχνία». Η λίστα τοποθετεί δέκα τίτλους στην γενική κατηγορία την φορά ανάλογα με τις πωλήσεις της εβδομάδας που προηγήθηκε και στο δεξί πλάι με χοντρούς μαύρους αριθμούς σημειώνει πόσες εβδομάδες βρίσκεται στην λίστα. Τον αριθμό των αντιτύπων δίνουν 12 βιβλιοπωλεία, δυο που έχουν αλυσίδα καταστημάτων σε όλη την Ελλάδα, από το κέντρο των Αθηνών και από τα περίχωρά της, και από την Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα, την Λαμία και τα Τρίκαλα. Τέλος, Η «Κ», μέσα από την ίδια στήλη προτείνει έναν τίτλο την εβδομάδα.
Ένα ένθετο, σταθερή αξία, όπου ο αναγνώστης προσανατολίζεται με άνεση, μπορεί να το διατρέχει κατά την διάρκεια όλης της εβδομάδας, χωρίς υπερβολές, χωρίς να υστερεί σε πληροφόρηση.
Την επόμενη εβδομάδα θα ακολουθήσει άλλο βιβλιοένθετο.
Σήμερα ημέρα του Πνεύματος ας προσπαθήσουμε να μπούμε στο πνεύμα του πνεύματος… Μόνο που εχθές δεν είχα δίκτυο και δεν αναρτήθηκε, σήμερα το λοιπόν η ημέρα του μετα-πνεύματος…

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Βιβλιοθήκη Μανώλης Φουντουλάκης

Το τσουνάμι των οικονομικών ειδήσεων ορθώνει συνέχεια κύμα, λέει ο ένας λέει ο άλλος μέσα και έξω, σαστισμάρα με υψηλή αναλογία συλλογικού πανικού (εν μέρει τεχνητού;), οι συγκεντρωμένοι ειρηνικά στις πλατείες που όλο αυγατίζουν, η Μπαρτσελόνα (Μπάρτσα) που διέλυσε την Μάντσεστερ και το εσωτερικό μπάσκετ, η έκθεση βιβλίου στο Ζάππειο που έκλεισε χτες συν τα διάφορα προσωπικά ζητήματα η εβδομάδα που πέρασε. Πέρασε στο καπάκι και άλλη εβδομάδα με «μένουμε πλατεία» Συντάγματος εννοείται, και πρόσκληση για μαζική πανευρωπαϊκή συνάντηση την Κυριακή μα και μούτζες και ατέλειωτο σούρτα φέρτα με μπούρου μπούρου και μπλα μπλα στα κανάλια.
Ήταν και η πρόσκληση του ΙΜΤΙΕ, Ίδρυμα Μελέτης της Ιστορίας Εταιρειών, μπορεί να κάνω και κάτι λάθος, πάντως είναι μια ομάδα που δραστηριοποιείται στα πειραιώτικα πολιτιστικά και επιστημονικά, ταξινομεί, καταγράφει και μελετά αρχεία εταιρειών, διοργανώνει εκδηλώσεις, ομιλίες, συντονίζει δυνάμεις του πνεύματος. Η πρόσκληση ήταν για την Τετάρτη που μας πέρασε πάνε δυο εβδομάδες, σε συνεργασία με την Βιβλιοθήκη Μανώλης Φουντουλάκης. Ποτέ μου δεν είχα ακούσει βιβλιοθήκη με αυτό το όνομα. Το όνομα όμως, ηχούσε γνώριμο. Είναι σίγουρο ότι το ξέρω, ψάχνω στο κεφάλι μου και κάπως το βρίσκω. Συνδέεται με την νόσο του Χάνσεν, τους λεπρούς, την τηλεοπτική σειρά το Νησί που τα έφερε στο προσκήνιο. Ο Μανώλης Φουντουλάκης έχει δώσει συνέντευξη στην τηλεόραση, το πρόσωπό του δηλαδή ό,τι έχει αφήσει η ασθένεια που καταστρέφει την αρχιτεκτονική του, είναι εντυπωμένο. Μίλησε για την ιστορία της ζωής του, για τις σκέψεις που γεννήθηκαν από τις εμπειρίες του, πώς έκανε για να ζήσει με νόημα. Μίλησε για την γυναίκα του που του διάβαζε βιβλία εφημερίδες περιοδικά τα 25 χρόνια που ήταν τυφλός. Αυτή διάβαζε αυτός απορροφούσε. Το «λυχνάρι» του την αποκάλεσε. Είχε βρει σκοπό στην ζωή του, την καταπολέμηση του στίγματος των χανσενικών, αλλά και κάθε στίγματος, της έννοιας του στίγματος. Γενναίο παράδειγμα ο ίδιος. Πέρασε και από μια ιδιαίτερη σκηνή στο Νησί, συμβολική.
Ο Μανώλης Φουντουλάκης έκλεισε ένα χρόνο που έφυγε και πριν καλά περάσει πολύς καιρός στην μνήμη του, όπως πολύ θα του άρεσε, ξεκίνησε, φτιάχτηκε και του αφιερώθηκε μια βιβλιοθήκη. Αυτή είναι η Βιβλιοθήκη Μανώλη Φουντουλάκη. Είναι καινούργια. Είναι εμπνευσμένη από τον αγώνα και τον πόνο της αρρώστιας. Φιλοξενείται στο Δημοτικό Σχολείο Ελούντας στην Κρήτη, είναι δανειστική και έχει πιάσει τον παλμό του κοινού της, των παιδιών κυρίως. Η προσπάθεια έχει συλλογικό χαρακτήρα και τροφοδοτείται από τον ενθουσιασμό και την καλή διάθεση. Βιβλία καινούργια και μεταχειρισμένα σε καλή κατάσταση είναι ευπρόσδεκτα στην διεύθυνση: Δημοτικό Σχολείο Ελούντας, Βιβλιοθήκη Μανώλης Φουντουλάκη, Μαυρικιανό, 72053 Ελούντα, Κρήτη και για περισσότερα www.vivlithikimanolisfountoulakis.wordspress.com
Έπιασε βροχούλα τώρα δα και με πιάνει το χάζεμα από το παράθυρο. Εξάλλου δεν έχω να προσθέσω τίποτα, δεν χρειάζονται άλλες εξηγήσεις, λόγια παρότρυνσης ή επαινετικά. Αισθάνομαι ότι καταλαβαινόμαστε.

Δευτέρα 30 Μαΐου 2011

Ένα μεγάλο βιβλίο για μικρούς

Kάλλιστα θα μπορούσε αυτή η εικόνα να είναι ένας πίνακας, ένας μεγάλος πίνακας. Κι όμως είναι μια μικρή εικόνα στη σελίδα ενός μεγάλου βιβλίου.

Περιπλανώμενη στην όμορφη πιο πολύ από ποτέ Θεσσαλονίκη, αναζήτησα καταφύγιο στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Περπάτησα σε ένα άδειο από φύλακες και ανθρώπους μουσείο γεμάτη από χαρά γιατί τουλάχιστον ήταν εκεί τα εκθέματα σαν να με περίμεναν. Είχα χώρο και χρόνο να αναπνεύσω, να παρατηρήσω, να σκεφτώ και να επεξεργαστώ ένα προς ένα τους πίνακες, τα γλυπτά και τις κατασκευές που αποτελούν τη μόνιμη έκθεση του μουσείου αλλά και τις άλλες δύο εκθέσεις που συνάντησα.
Όταν τέλειωσα τη βόλτα μου επέστρεψα στην αίθουσα που σαν από ένστικτο άφησα για το τέλος.
Γύρω γύρω οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι από τις εικόνες ενός βιβλίου, στη μέση σε προθήκες ακουμπισμένες ορισμένες τυπωμένες σελίδες με την τελική μορφή των εικόνων καθώς και με
την ιστορία που συνόδευαν και σε μία άκρη της αίθουσας υπήρχε το ίδιο το βιβλίο σαν πίνακας ακουμπισμένος σε καβαλέτο, έτοιμο να το ξεφυλλίσεις, να το διαβάσεις.
Οι περιπέτειες της Μαίρης της πινέζας είναι πράγματι ιδιαίτερες γιατί δεν πρόκειται για μια πινέζα που μείνει καρφιτσωμένη σε όλη της ζωή σε έναν τοίχο αλλά για μια πινέζα που καρφιτσώνεται στη σόλα ενός παπουτσιού και ταξιδεύει παντού μαζί με τον ιδιοκτήτη των παπουτσιών και ζει αρκετή από τη ζωή του. Πιο ιδιαίτερη όμως είναι η εικονογράφηση του βιβλίου, η μαγεία των παιδικών βιβλίων, βιβλία που σχεδόν γίνονται έργα τέχνης.
Όλη η αίθουσα γεμάτη από τις ζωγραφιές του Απόστολου Βέττα.
Από τις ασπρόμαυρες πρώτες γραμμές μέχρι την τελική τυπωμένη μορφή τους.








Μια πρωτότυπη έκθεση κλεμμένη από το συρτάρι ενός εικονογράφου, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της 8ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης και ευτυχώς παραμένει στο μουσείου για όσους δεν ήταν εκεί κατά τη διάρκεια της έκθεσης.

Κυριακή 22 Μαΐου 2011

Γιορτή Βιβλίου στο Ζάππειο

Κύκλο έκανε πάλι ο καιρός και έφτασε η έκθεση Βιβλίου στο Ζάππειο. Γιορτή Βιβλίου τιτλοφορείται, είναι η 34η στην σειρά και θα διαρκέσει από τις 13 έως τις 29 Μαΐου 2011. Την έχω επισκεφθεί δυο φορές και το βλέπω για δυο ακόμα. Βοηθάει και ο καιρός, η θέα της Ακρόπολης και η ανοιχτοσύνη του ουρανού τα πρωινά, με φεγγάρι τα βράδια.
Δεν είναι αχανής και δαιδαλώδης. Τα περίπτερα δεν είναι τοποθετημένα στην κατηφόρα αλλά σε σημείο επίπεδο και δεν μου έκαναν παράγκες, φτηνοκατασκευές. Αντίθετα, μου φάνηκε ότι η βόλτα του επισκέπτη ήταν πιο αυτονόητη, χωρισμένη σε τρεις βατές βασικές συστάδες. Οι συμμετοχή των εκδοτικών οίκων, είναι αλήθεια, μοιάζει να είναι μικρότερη, 120 περίπτερα νομίζω. Η σήμανση πολύ βοηθητική, δεν χρειαζόταν να φτάσεις μπροστά για να δεις τον εκδοτικό οίκο καθώς διακρίνονταν από μακριά, σαν αφτιά από τα πλάγια. Δεν θα μπορούσε να πει κανείς, από όσο είδα, ότι υπήρχε συνωστισμός, ότι ο κόσμος σπρωχνόταν μπροστά στους πάγκους ούτε πάλι ότι επικρατούσε ερημιά και εγκατάλειψη. Η ροή ήταν σταθερή και προς το πυκνή χωρίς να φτάνει την πανηγυριώτικη κοσμοσυροή. Το γεγονός έκανε το θέμα επικοινωνιακό. Οι άνθρωποι των εκδόσεων δεν είχαν το ύφος του παρατημένου και απελπισμένου, ήταν απασχολημένοι και πρόθυμοι να απαντήσουν σε ζητούμενα. Μετά από πολλά χρόνια, οι κατάλογοι των εκδόσεων δεν ήταν κρυμμένοι να πρέπει να τους ζητήσεις και να τους λάβεις με μια γκριμάτσα απροθυμίας. Οι κατάλογοι ήταν σε σημεία ευκρινή, προσφέρονταν με προτροπή και πάνω από όλα οι περισσότεροι ήταν φρέσκοι, πρόσφατα ενημερωμένοι, απαλλαγμένοι από την υπερβολή του όγκου και γενικών εντυπωσιασμών.
Ο κατάλογος της 34ης Γιορτής Βιβλίου μικρός το δέμας (στο σώμα), λιτός και μινιμαλιστικός αλλά αισθητικά καλόγουστος και παιχνιδιάρης. Σε χρώματα άσπρο, μαύρο, κόκκινο, η αφίσα και το εξώφυλλο σχηματίζουν ένα πρόσωπο. Κυριαρχούν δυο μάτια σε άσπρο βάθος, μύτη η κόκκινη ράχη του ίδιου του καταλόγου, μια τούφα μαλλιά οι σελίδες του και στόμα τα πληροφοριακά λογάκια σε ημικύκλιο. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τα ονόματα των οίκων που συμμετέχουν στην Γιορτή, τα είδη που εκδίδουν, και τα στοιχεία επικοινωνίας και σε ποιο περίπτερο της Έκθεσης βρίσκονται.. Από την σελίδα 22 ξεκινούν οι διαφημίσεις των χορηγών, μαζεμένες όλες μαζί στο δεύτερο μέρος από τις συνολικά τις 48 σελίδες του καταλόγου. Διαφημίσεις εκδοτικών οίκων, μιας βιβλιοθήκης, ενός βιβλιοπωλείου και ενός διαδικτυακού τόπου, εφημερίδων και περιοδικών, ραδιοφωνικών σταθμών, τυπογραφικών επιχειρήσεων και του ΣΕΒΑ (Σύλλογος Εκδοτών Βιβλίου Αθηνών) και του ιστότοπού του (www.seva.gr). Από τις διαφημίσεις κρατώ την Κεντρική Δημοτική Βιβλιοθήκη Αθηνών στον σταθμό Λαρίσης χωρίς, όμως, ωράριο λειτουργίας, τηλέφωνα ή άλλη ένδειξη επικοινωνίας. Σημειώνω την παρουσία του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου (http://aspida.osdel.gr) με «Προστατεύουμε τους Δημιουργούς». Και βέβαια, ενθουσιάζομαι με το πρόγραμμα, κίνηση «Με διάβασες; Χάρισέ με!», «Δωρίστε ένα βιβλίο, σώστε μια βιβλιοθήκη», «Φέρε μαζί σου στην έκθεση ένα βιβλίο» το οποίο μπορεί να παραδοθεί στο περίπτερο της Γραμματείας. Επίκεντρο της εκστρατείας οι βιβλιοθήκες της Λέρου και των Λειψών. Ήδη έχουν προσφέρει στήριξη η Βιβλιοθήκη του Λυκείου των Ελληνίδων και μεγάλο έμπρακτο ενδιαφέρον έχει εκδηλώσει το Αρσάκειο Σχολείο.
Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο, αποτελεί ανεξάρτητο πολύπτυχο, έχω μια εξήγηση, ότι δεν συντονίστηκε και σταθεροποιήθηκε εγκαίρως ώστε να συμπεριληφθεί, ίσως πάλι να θεωρήθηκε ότι τα ανεξάρτητα φυλλάδια διακινούνται πιο άνετα. Κάθε μέρα έχει από κάτι τι, πυκνώνουν οι εκδηλώσεις τα Σαββατοκύριακα. Είχε ενδιαφέρον και τον κόσμο του, ειδικά τα παιδικά.
Η φετινή εξόρμηση βρήκε ως αντικείμενο την χαρτογραφία, (όπως άλλη φορά την φωτογραφία). Σκόνταψα στις θεσσαλονικιές εκδόσεις Ζήτη (www.ziti.gr), πόσο κρίμα είναι εκδόσεις από άλλα μέρη της Ελλάδας να μην είναι τόσο φανερές, τόσο προσβάσιμες και γνωστές! Η σειρά «Ταξίδια με χάρτες σε τόπους και ουτοπίες» που ξεκίνησε το 2007 έχει τρεις τίτλους για ταξίδια, ιστορίες με χάρτες, το γεωγραφικό μήκος. Δεν τους αντιστάθηκα.
Ας κλείσω με το παράθεμα που προτάσσεται στο πρώτο της σειράς. Είχε πει ο Oskar Wilde το 1895: «Ένας χάρτης που δεν περιλαμβάνει την Ουτοπία, δεν αξίζει ούτε μια ματιά, αφού αφήνει έξω τη χώρα εκείνη στην οποία η Ανθρωπότητα πάντα καταφεύγει.»

Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Άνοιξα τον υπολογιστή, οι Βολτίτσες με καλούν, τις πεθυμώ και εγώ αλλά να συγκεντρωθώ σε βιβλιοθέματα, δεν μου βγαίνει. Μου φαίνεται ότι δεν γίνεται με τα διάφορα που παίζουν στο προσκήνιο συνέχεια, με τον χαμό που απλώνεται σαν σκοτεινή κηλίδα και λεκιάζει τις σκέψεις και τις πράξεις μας, την βία που μοιάζει να κυριεύει ύπουλα τους συνανθρώπους μας όλο και περισσότερο, που έχει τρυπώσει και έχει βρει έδαφος πρόσφορο για να ριζώσει.
Και μου έρχεται στο μυαλό ότι οι θεοί του Ολύμπου απέφευγαν να καλέσουν στα συμπόσιά τους τις μυθικές θεότητες που λέγονταν Έρις και Βία, θεότητες της φιλονικίας και της διχόνοιας η μια και του καταναγκασμού και της βίαιης επιβολής η άλλη. Γιατί από όπου περνούσαν έσπερναν τον πόνο, τον πόλεμο και τα συνακόλουθά τους. Το ότι δεν τις προσκαλούσαν καθόλου δεν τις πτοούσε και δεν δίσταζαν να εμφανιστούν απρόσκλητες και να κάνουν τα πονηρά τους τεχνάσματα. Κόλπα που έπιαναν, τσιμπούσαν και οι ίδιοι οι αρχαίοι θεοί που δεν ήταν απαλλαγμένοι από ματαιότητες και αλαζονείες. Τρανταχτό παράδειγμα είναι πώς άρχισε ο δεκάχρονος Τρωικός Πόλεμος με το μήλο που έριξε στο τραπέζι η Έρις για την «ωραιότερη», την «καλλίστη».
Μα αφού τους μηχανισμούς της Έριδας και της Βίας τους γνωρίζουμε από παλιά, η ανθρωπότητα τους έχει υποστεί επανειλημμένα, μας έχει δοθεί η ευκαιρία να τους αναλύσουμε και να τους μελετήσουμε, τους επιτρέπουμε όχι απλά να υπάρχουν αλλά τους τροφοδοτούμε και τους αναπτύσσουμε; Δεν λέω, ακάλεστες μπαίνουν, πάντα θυμωμένες, με πανουργία και ζαβολιές γεμάτες και μα και εμείς εύκολα μπερδευόμαστε, λίγο τους αντιστεκόμαστε από τότε, από πάντοτε…

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Άνοιξη

Μπροστά στην άγραφη οθόνη με θέα ένα γαλάζιο κομμάτι ουρανού που διακόπτεται από τα γνωστά που κουβαλάνε οι ταράτσες των πολυκατοικιών. Μεγάλη περιέργεια έχω να δω τι θα προκύψει τώρα τελικά, πού θα πάει.



Ας κρατήσω λίγο το εποχικό πνεύμα, το πνεύμα της Άνοιξης που κοντοστέκεται, χτυπάει την πόρτα αλλά διστάζει στο κατώφλι του καιρού. Έρευνες λένε, με στοιχεία στατιστικά, ότι η ανάγνωση ευνοείται από την κακοκαιρία. Οι βόρειοι λαοί διαβάζουν κατακόρυφα περισσότερο από εκείνους του νότου. Και ακόμα μέσα την ίδια χώρα, άρα με την ίδια εκπαίδευση και νοοτροπία, υπάρχουν διαβαθμίσεις στα ποσοστά ανάγνωσης. Όπου ο καιρός είναι πιο ανοικτός, οι άνθρωποι διαβάζουν λιγότερο, εντυπωσιακά λιγότερο. Βγαίνουν έξω, επικοινωνούν αναμεταξύ τους, στέκονται στον προφορικό λόγο (μα έτσι και αλλιώς υπάρχει η κυριαρχία του προφορικού και της εικόνας εξαιτίας της καταλυτικής τηλεόρασης που κοιμάται και ξυπνάει την ίδια ώρα με εμάς και των διαδικτυακών κοινωνικών μέσων συνέχεια στην διάθεσή μας).

Είναι η Άνοιξη και το Καλοκαίρι, η καλοκαιρία, το εύκρατο κλίμα, λοιπόν, τόσο άσπονδοι εχθροί της φιλαναγνωσίας; Μπα, δεν θα το πάρω έτσι αβασάνιστα το αποτέλεσμα της μελέτης. Ενδιαφέρουσα η σύνδεση των στοιχείων του εξωτερικού περιβάλλοντος και της ανάγνωσης, και βέβαια θα έχουν κάποια αλληλεπίδραση, ο καιρός άλλωστε είναι παράγοντας που επηρεάζει τον άνθρωπο στα όλα του από πάντοτε, γιατί να μην έχει να κάνει και με την ανάγνωση; Και γιατί να μην συνδυάζεται η χαρά της ανάγνωσης με χώρους εξωτερικούς, με την φύση, το καφενείο, την καφετέρια, το λεωφορείο, το μετρό και κάθε μέσο που μας μεταφέρει, την παρέα, την παραλία (θέμα που έχουμε συζητήσει άλλοτε), γιατί ίσως δεν έχουμε φτιάξει την παράσταση τέτοιων αναγνώσεων, γιατί ίσως η αντίληψη της ανάγνωσης παραπέμπει σε ατομική, μοναχική δραστηριότητα, πράγμα που είναι και δεν είναι. Μοναχός κανείς διαβάζει αλλά διαβάζοντας δεν κάνει άλλο παρά να συνομιλεί με το κείμενο και κάθε κείμενο περιλαμβάνει ήχους και απόηχους πολλών κειμένων, κατά συνέπεια μέσα στην ανάγνωση κανείς συν-βρίσκεται. Το περιβάλλον της ανάγνωσης σπάνια έως ποτέ είναι βουβό και αποστειρωμένο, ακόμα και σε μια σιωπηλή βιβλιοθήκη, σε μια ήσυχη κρεβατοκάμαρα υπάρχεουν κίνηση, περάσματα και ακούσματα.


Ίσως πάλι οι διαβάζοντες να προσλαμβάνονται ως ιδιαίτερα, ευαίσθητα άτομα και από άμυνα να μην θέλουμε να εκπέμψουμε αυτό το σήμα.


Η εικονογράφηση στις Βολτίτσες δείχνουν την ευχαρίστηση της ανάγνωσης έξω, στην φύση, χωρίς τοίχους, στο κορίτσι που διαβάζει εντατικά να προλάβει την δύση του ήλιου, ο σεβάσμιος γέροντας με την μακριά γενειάδα που πλησιάζει τα αστέρια όσο περισσότερα βιβλία διαβάσει στην γη, την ξαπλωμένη κυρία ανάμεσα στα δέντρα, τα βιβλία στην βαλίτσα που έχει ξεβράσει η θάλασσα στην παραλία. Να και δυο πίνακες που έρχονται να δυναμώσουν το επιχείρημα. Το κορίτσι που διαβάζει στον ολάνθιστο κήπο μας στέλνει σε παραδεισένια μέρη. Ο μπρούμυτος εξερευνητής απορροφημένος περιηγείται τις σελίδες του βιβλίου του. Η κυρία στο καφενείο ευχαριστιέται το ποτήρι κόκκινο κρασί, την εφημερίδα και τον κόσμο. Υπάρχουν και πολλοί πολλοί παρόμοιοι πίνακες και φωτογραφίες.

Καλός καιρός και ανάγνωση γίνεται, είναι διπλή απόλαυση (ακόμα και σε μπαλκόνι της πόλης).


Και είχα πει ότι σήμερα θα μιλούσα για Τα μαύρα λουστρίνια της Μάρως Δούκα, μένει για επόμενη ανάρτηση…
Καλές ανοιξιάτικες αναγνώσεις!

Δευτέρα 25 Απριλίου 2011

Καλό Πάσχα!

Ανοιξιάτικος καιρός, αλαφρό αεράκι, ανθισμένα χρωματιστά και πράσινα την Κυριακή του Πάσχα. Είχαν προηγηθεί ημέρες πιο χειμωνιάτικες, φυσερές με ουρανό σκοτεινό. Κάθομαι μπροστά στην λευκή οθόνη.

Πάνε χρόνια τώρα, αιώνες πριν, που όταν οι άνθρωποι έλεγαν το Βιβλίο με κεφαλαίο Β, εννοούσαν την Βίβλο (και όλων των θρησκειών τα αντίστοιχα), το ιερό Βιβλίο, εκείνο το γραπτό κείμενο στο οποίο προσέτρεχαν για την αλήθεια, για απαντήσεις κάθε είδους, απαντήσεις για τα ρυθμιστικά καθημερινά και για τα υψηλά, τα άπιαστα. Τα ιερά Βιβλία με τις διηγήσεις τους παρουσίαζαν από την μια ιστορικά γεγονότα και από την άλλη πλευρά αποκρίνονταν άμεσα και ερμηνευτικά έμμεσα σε θέματα που βασανίζουν το μυαλό και την ψυχή μας από παλιά. Οι διηγήσεις εικονογραφούνταν στους τοίχους των ναών για τους πολλούς που δεν κατείχαν ούτε την γραφή ούτε την ανάγνωση. Οι εικόνες, ανάγλυφες, χαραγμένες, ζωγραφισμένες μιλούσαν για ζωές και σκέψεις. Παρέμεναν, όμως, ακίνητες, δεμένες με τον χώρο, αναλλοίωτες στο πέρασμα του χρόνου εφόσον κατάφερναν να επιβιώσουν από φυσικές καταστροφές και μανίες των ανθρώπων.
Για την Δύση η ιστορία του Χριστού υπήρξε τόσο καθοριστική που όρισε την έννοια του χρόνου, αυτά που έγιναν πριν από τον Χριστό και αυτά που έγιναν και γίνονται μετά. Το πριν βρισκόταν στην Παλαιά Διαθήκη και προσέφερε ένα προειπωμένο παρελθόν με βάθος. Τα του Χριστού βρίσκονται στην Καινή (Νέα) Διαθήκη και ενοποιούν την αφήγηση που κατάφερε να κυριαρχήσει. Η παράδοση της συνέχειας των δύο Διαθηκών δοκιμάζει και μπερδεύει την ελληνορωμαϊκή παράδοση και τους φέροντές της (τους Έλληνες και τους Ιταλούς) που καλούνται να επιτελούν πνευματικές ακροβασίες για τις συμφιλιώσουν.
Οι ιστορίες για να κόβουν την ανάσα δεν είναι απαραίτητο να είναι πρωτότυπες, να έχουν το στοιχείο της έκπληξης, με τέλος απρόσμενο ή και ανοικτό. Απόδειξη είναι εκείνες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Λέγονται και ξαναλέγονται, γράφονται και ξαναγράφονται, αποδίδονται κινηματογραφικά και τηλεοπτικά ξανά και ξανά. Τις βλέπουμε και εμείς τα Χριστούγεννα και το Πάσχα σαν μέρος του σύγχρονου τελετουργικού εθίμου που συμπληρώνει την παρουσία μας στην εκκλησία, την νηστεία, το αρνί και τα κόκκινα αυγά.

Έτσι και φέτος τα κανάλια έδειξαν πολλές ιστορίες των Διαθηκών, όλη την ιστορία του νομαδικού τρόπου της ιουδαϊκής φυλής, την ιστορία του Λωτ με την καταστροφή των πολιτειών Σόδομα και Γόμμορα, την περίπτωση του Ιωσήφ, δυο εκδοχές της ζωής του Μωυσή όπου στην μια ο ένας Μωυσής αντιδρά στην επιλογή του ως εκλεκτού. Οι εκδοχές της ζωής του Χριστού, παλαιότερες και νεότερες, προσπαθούν να πλησιάσουν την εποχή ιστορικά, ερμηνεύουν τις διαφορές στις προσωπικότητες, παρατηρούν τα κίνητρα, έχουν αναμεταξύ τους αποχρώσεις. Τα λόγια κρατιόνται με πιστότητα, είναι ο τόνος, ο τρόπος, οι συνθήκες που παραλλάζουν κάθε φορά. Σε μια από όλες ο Ραβίνος ως ηγέτης λαού βασανίζεται, όχι για τα οικονομικά και από έπαρση μα από το αίσθημα ευθύνης απέναντι στον κόσμο που εκπροσωπεί στα μάτια των Ρωμαίων. Καθώς κάθε αναταραχή μπορεί να καταλήξει σε αιματοχυσία πολλών και προτιμά την θυσία του ενός. Και αναλογικά μου έφερε στο νου (επηρεασμένη μάλλον από την επιστροφή στις εικόνες του 1821) την θέση που βρέθηκε ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄που κλήθηκε να αφορίσει τον Υψηλάντη, και τους Φιλικούς για να αποφύγει την καταδίωξη των Ελλήνων αλλά που δεν απέδωσε γιατί και τους αρνήθηκε και το κυνηγητό δεν απέφυγε και ο ίδιος εκτελέστηκε τότε. Η ελευθερία ήρθε πάντως. Ο χριστιανισμός εξαπλώθηκε πάντως.
Τα μεταφυσικά φαινόμενα και τα θαύματα άλλοτε είναι εντυπωσιακά θεόσταλτα, καθαρά τρυκ άλλοτε εδράζονται σε πιθανά φυσικά φαινόμενα, σε μυστικά που διαχειρίζονται οι λίγοι.
Σκηνοθέτες έχουν καταπιαστεί και με περιφερειακά πρόσωπα που συνδέονται με την κεντρική ιστορία, την γνωστή για τον Βαραβά, την λιγότερο γνωστή της Μαρίας της Μαγδαληνής που έπλυνε τα πόδια του Χριστού και τα σκούπισε με τα μαλλιά της.
Η ρωμαϊκή παράδοση εκπροσωπείται με τον Μπεν Χουρ, πρόσωπο της μυθοπλασίας και τον Σπάρτακο, ιστορικό πρόσωπο. Η επανάσταση των δούλων λήγει με την ισοπεδωτική τους ήττα, οι αιχμάλωτοι θανατώνονται στον σταυρό. Η Απία οδός, δεξιά και αριστερά, έχει 6.000 σταυρωμένους. Η σταύρωση μια κοινή ποινή της εποχής. Και που κάποτε νόμιζα ότι ο Χριστός είχε λάβει μια ξεχωριστά βαριά και απάνθρωπη τιμωρία. Οι καιροί άλλαξαν ευτυχώς…
Από όλα κρατάω το μήνυμα της αδελφοσύνης και της αγάπης.

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Κάτι μικρό..

Πάνε μέρες τώρα που οι Βολτίτσες έμειναν χωρίς φρέσκιες αναρτήσεις. Με κανένα τρόπο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν μέσα στο μυαλό. Ήταν και παραήταν. Μα να, μια το ένα μια το άλλο ο καιρός γλιστρούσε και... Τα βιβλιοθέματα βρίθουν.
Το Ε της Ελευθεροτυπίας της τελευταίας εβδομάδας του Μαρτίου μεταξύ των πυρηνικών κινδύνων, της αιγυπτιακής εξέγερσης, ενός άγνωστου πίνακα με την εκτέλεση του Μπελογιάννη, συνεντεύξεων, στην σελίδα 46 βρίσκεται ένα άρθρο με τίτλο «Η ηδονή της ανάγνωσης», υπογραμμένο από τον Άρη Μαλανδράκη. Χωμένο στην τσάντα μου, το πάω το φέρνω, το τραβάω, το ξεφυλλίζω, το ξαναεξαφανίζω, το έχω ταλαιπωρήσει και έχει αποσπαστεί μια επίμαχη σελίδα που κρέμεται, τσαλακωμένη, επικίνδυνα. Στην σελίδα 46 το άρθρο λέγεται αλλιώς «Εθισμένοι στην ανάγνωση – Δίνω τα πάντα εκτός απ’ τα βιβλία μου!», «Βουλιμικοί με τις τυπωμένες σελίδες». Έξι σελίδες με φωτογραφίες διάσημων συγγραφέων και φανατικών του βιβλίου, φωτογραφίες κινηματογραφικών ταινιών με βιβλία να παίζουν δυναμικά σε σκηνικά, εικόνες ανδρών με ύφος σκεπτικό, απορροφημένο με ανοικτά βιβλία μπροστά τους. Έξι σελίδες με σκόρπια λόγια, ατάκες, τσιτάτα γύρω από την ανάγνωση παλιά και τώρα, την λειτουργία της, τα συναισθήματα που προκαλεί και την γλυκιά εξάρτηση που κυριεύει τους εκπαιδευμένους οπαδούς της. Διάσημοι περνάνε στην όχθη της υπερβολής και έχουν δηλώσει ότι είναι εθισμένοι στα βιβλία σαν σε ναρκωτικό, ότι θα μπορούσαν να διαλέξουν τον εγκλεισμό τους σε χώρους με απέραντες βιβλιοθήκες. Παρατίθενται αποσπάσματα από τον Μαρσέλ Προυστ, τον Πιέρ Μπαγιάρ, τον Ίταλο Καλβίνο, τον Ζακ Μπονέ.
Το άρθρο μας συνιστά και παρακινεί να διαβάσουμε βιβλιοβιβλία (χμ τα ξέρουμε εδώ, σιγά και μην δεν τα ξέραμε!) και να δούμε την ταινία το Όνομα του Ρόδου και το όγδοο επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς Η ζώνη του Λυκόφωτος (εεε εδώ είμαι αδιάβαστη, δεν το έχω δει…). Η υπόθεση γράφει ότι σπάνε τα γυαλιά ενός βιβλιόφιλου με αποτέλεσμα να βρεθεί ανάμεσα σε βιβλία που ΔΕΝ μπορεί να διαβάσει (εντελώς σαδιστικό!!).
Με την οπτική και την λογική της εικόνας, ένα άρθρο που μιλάει για τις χάρες του διαβάσματος, θα το πάρουμε, είναι με το μέρος της φιλαναγνωσίας, είναι πόντος για την ομάδα.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

This is a Library!

Να ΄ναι καλά οι ανταποκριτές μου που μου στέλνουν οξυγόνο εξωτερικού…


Ας μεταφερθούμε στη Γερμανία στην πόλη Βίρτσμπουργκ (Würzburg) που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της Βαυαρίας, δίπλα από τον ποταμό Μάιν.

Θα σταθούμε έξω ακριβώς από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη και αφού θαυμάσουμε το πανέμορφο κτίριο (ονομαζόμενο Falkenhaus) θα μπούμε μέσα για να δούμε πως λειτουργεί μια πραγματική βιβλιοθήκη. Εξυπηρετεί καθημερινά περίπου 2.000 άτομα και έχει περίπου 200.000 τεκμήρια, εκ των οποίων το 70% είναι βιβλία και τα υπόλοιπα είναι dvd, cd-rom, περιοδικά, εφημερίδες, παρτιτούρες κλπ. (να αναφέρω εδώ ότι ο πληθυσμός της πόλης το 2004 ήταν 133.539). Διαθέτει για δανεισμό ταινίες σε dvd που κοστίζουν 1,5 ευρώ για 1 εβδομάδα. Επίσης υπάρχουν και παιχνίδια και ψηφιακά τεκμήρια (10.000) για να τα κατεβάσεις, με ειδικό πρόγραμμα προστασίας δικαιωμάτων, όπου το τεκμήριο «σβήνεται» μετά από τον χρόνο παροχής (2 εβδομάδες συνήθως) ή όταν πας να το αντιγράψεις.

Η τριώροφη βιβλιοθήκη διαθέτει το Κυρίως Τμήμα, το Παιδικό Τμήμα, το Μουσικό Τμήμα και το Στούντιο για τη «διαβίου μάθηση» όπου σε ένα χώρο με καναπέδες, γραφεία με υπολογιστές και τραπέζια έχει την ευκαιρία ο καθένας να μελετήσει, να εργαστεί και να ερευνήσει. Επίσης, υπάρχει καφετέρια και αυλή για το καλοκαίρι όπου ο κόσμος πίνει τον καφέ του και διαβάζει εφημερίδες και περιοδικά (πάντα τις καινούριες) ή βιβλία εάν θέλει.


Διοργανώνονται 300 εκδηλώσεις ετησίως για παιδιά και ακόμη περισσότερες για ενηλίκους. Δύο φορές το χρόνο πραγματοποιούνται βιβλιοπαρουσιάσεις, η «Λογοτεχνική Άνοιξη» και το «Λογοτεχνικό Φθινόπωρο» αντίστοιχα, όπου οι συγγραφείς παρουσιάζουν το βιβλίο τους σε μια «λογοτεχνική βραδιά» που πραγματοποιείται μέσα στην βιβλιοθήκη και μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι και 230 άτομα.

Το Μουσικό Τμήμα διοργανώνει επίσης εκδηλώσεις, μουσικές εννοείται. Άλλες εκδηλώσεις - εργαστήρια αφορούν στη «δια βίου μάθηση» όπου διοργανώνονται εργαστήρια περιορισμένων ατόμων για θέματα εκμάθησης υπολογιστών κυρίως, κινδύνων στο ιντερνετ κλπ.


Οι εκδηλώσεις δε σταματούν εκεί γιατί εβδομαδιαίως σίγουρα κάτι σχεδιάζεται. Όπως για παράδειγμα το "Flohmarkt" που έγινε πρόσφατα, ένα είδος Bazaar στο οποίο πουλήθηκαν τα βιβλία που δε διαβάστηκαν από κανέναν εδώ και ένα χρόνο, οπότε και αποσύρονται για 0.50 ή 1.00 € (σίγουρα γίνονται πολύ προσεχτική επιλογή των βιβλίων προς απόσυρση).
Μία πρωτότυπη υπηρεσία που διαθέτει είναι το "κάνε μια ευχή". Αν δεν υπάρχει κάποιος τίτλος που θες, συμπληρώνεις μια καρτούλα ευχής με τα στοιχεία του τεκμηρίου και συνήθως το αγοράζει η βιβλιοθήκη μέσα σε 1 ως και 5 μέρες. Πληρώνεις 0.70 σέντ γιατί είσαι άλλωστε και ο πρώτος που θα το λάβει (το ποσό αυτό πληρώνει και όποιος κάνει "ρεζερβέ" κάποιον τίτλο για να τον δανειστεί μόλις επιστραφεί στην βιβλιοθήκη). Η κάρτα χρήστη κοστίζει 16 ευρώ ετησίως ή 7 ευρώ τετραμηνίως. Μπορείς να δανειστείς μέχρι και 25 τεκμήρια.

Προσκτήσεις νέου υλικού γίνονται καθημερινά και υπάρχει ειδικό τμήμα Διακόσμησης, Οικονομικής Διαχείρισης, Επεξεργασίας νεοαποκτηθέντος υλικού και επισκευών και ακόμη υπάρχει ειδικός που επιμελείται την ιστοσελίδα αλλά και ενημερώνει την ιστοσελίδα της βιβλιοθήκης του facebook. Μέσα στην βιβλιοθήκη υπάρχουν δύο στάντ πληροφόρησης όπου βιβλιοθηκονόμοι βοηθούν και ενημερώνουν τους επισκέπτες για πάσης φύσεως απορίες. Το προσωπικό είναι εργατικό και ευχάριστο και τόσο εξυπηρετικό που δεν αφήνει το χρήστη να φύγει αν δεν τον εξυπηρετήσουν. Κατέχουν πολύ καλά το αντικείμενό τους όχι επειδή έχουν κορνιζαρισμένα πτυχία αλλά επειδή πραγματικά δραστηριοποιούνται, ενημερώνονται και ενδιαφέρονται καθημερινά.

Το 2003 βραβεύτηκε ως η Βιβλιοθήκη της Χρονιάς, θεωρείται μία από τις καλύτερες βιβλιοθήκες ως προς την εξυπηρέτηση κοινού και μόλις πήρε ένα ακόμη βραβείο ως «Συνεργάτης του Σχολείου» (εξαιτίας τον προγραμμάτων που διοργανώνει).
Τέλος, η βιβλιοθήκη μέσα στα 10 χρόνια που λειτουργεί έχει εξυπηρετήσει πάνω από 7.000.000 χρήστες και έχει δανείσει πάνω από 20.000.000 τεκμήρια! Και τα στατιστικά είναι σίγουρα αληθινά γιατί υπάρχει σύστημα καταμέτρησης ατόμων στην είσοδο με φωτοκύτταρο. Την πρώτη μέρα που λειτούργησε η βιβλιοθήκη στο κτήριο που στεγάζεται σήμερα είχε τόσο ασταμάτητο κόσμο σε «μπουλουκώδη» μορφή που το σύστημα δεν μπορούσε να καταμετρήσει τα άτομα γιατί δεν περνούσε ίχνος φωτός στον αισθητήρα από την πολυκοσμία. Έτσι, όταν με αγωνία πήγε (το προσωπικό) να δούνε πόσα άτομα εξυπηρέτησαν, το σύστημα έδειξε ένα άτομο!

Τώρα να μιλήσω για το μεγαλύτερο οργανισμό για βιβλιοθήκες της Γερμανίας (ekz) που προμηθεύει βιβλία σε όλες τις βιβλιοθήκες της Γερμανίας που το επιθυμούν, ενημερώνει για νέες κυκλοφορίες, προκαταλογογραφεί τα τεκμήρια, δένει και ράβει βιβλία για να είναι πιο ανθεκτικά για τις ανάγκες της βιβλιοθήκης, παρέχει έτοιμες παραγγελίες ανάλογα με την θεματική κατηγορία (λογοτεχνία, παιδικά βιβλία κλπ), παρέχει έπιπλα για βιβλιοθήκες… ή να το αφήσω για άλλη φορά;

Κι όλα αυτά απλά για να θυμηθούμε κάτι που συχνά ξεχνάμε σε αυτή τη χώρα που ζούμε,
τη λέξη ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ.

H ιστοσελίδα της βιβλιοθήκης για όποιον ξέρει γερμανικά είναι εδώ.

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

Αναπάντεχα, και μάλλον ανεξήγητα εν μέσω πολέμων, καταστροφών και οικονομικών κρίσεων, κάνω μια αναπήδηση επιστροφής προς τα πίσω, προς τα ατόφια βιβλιοβιβλία.
Στην συλλογή το λοιπόν, ας αποτελέσει αντικείμενο ανάρτησης και η Κόρη του συγγραφέα του Ανρί Τρουαγιά (μετάφραση Μελίνα Καράκωστα, εκδόσεις Μεταίχμιο, 2002, σ. 129, σσειρά: Διακεκριμένες Γραφές). Δεν είναι νεοεμφανιζόμενος τίτλος και μάλλον δεν τα έχει πάει και πολύ καλά με τις πωλήσεις. Με τρόπο που να καταστρέφεται το εξώφυλλο είναι κολλημένη μια λευκή ετικέτα που γράφει: «καλοκαιρινή προσφορά από το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, ένα + ένα με 1 €». Προσφορά που δεν ισχύει εφόσον πωλείται στο παζάρι βιβλίων της πλατείας Κλαυθμώνος προς 2,50 €. Ειρωνικό γιατί ταιριάζει με το περιεχόμενο του βιβλίου!

Περιβάλλον δράσης και εξέλιξης της πλοκής εκδοτικοί οίκοι, συγγραφείς, παρουσιάσεις βιβλίων, τηλεοπτικές εκπομπές, η Γαλλική Ακαδημία. Πρωταγωνιστεί ένα στην ουσία του ιψενικό τρίγωνο: ένα επιτυχημένος συγγραφέας πατέρας, η πνευματώδης χαριτωμένη χωρισμένη μεσήλικη κόρη, ο προκλητικά ανατρεπτικός τυχοδιωκτικά ανερχόμενος συγγραφέας. Πρόσωπα που κινούνται στο περίγυρο οι άνθρωποι των εκδόσεων, άλλοι συγγραφείς, λόγιοι, δημοσιογράφοι, Ανζέλ και Μανουέλα οι καμαριέρες φορείς ανταλλαγής οικιακών πληροφοριών. Μήλο της έριδος, υποκείμενο διεκδίκησης η κόρη, η Σάντυ αφοσιωμένη αρχικά αποκλειστικά στον πατέρα, ερωτευόμενη με νεότερο αντίζηλο από τον ίδιο επαγγελματικό χώρο αποκολλάται για να μοιράσει τον χρόνο και την ενέργειά της στα δυο. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί περισσότερο τις συναισθηματικές μεταπτώσεις του πατέρα, την αγωνία του για επιβίωση στον χώρο, για συνεχή αναγνώριση, τους φόβους του απέναντι στην κριτική μα και την αδιαφορία, τις δεύτερες σκέψεις για τις επιλογές του να συγγράφει συνεχώς και να παρακολουθεί την καθημερινότητα λιγότερο, το αίσθημα χρέους και τιμής απέναντι στον εαυτό του, τους ομότεχνούς τους, τους αναγνώστες, την ανησυχία του να τον εγκαταλείψει η Σάντυ αλλά και την ανησυχία του να μην πληγωθεί εκείνη ανεπανόρθωτα, τον τρόπο που καλείται να ασκήσει την επιρροή του κατά την διάρκεια του ειδυλλίου και μετά την λήξη του.
Διατρέχω τις σελίδες του πέρα δώθε, να εντοπίσω από τις υπογραμμίσεις ένα απόσπασμα, να ακουστεί ενδεικτικά και ο Τρουαγιά. «Όσο [το βιβλίο] υπήρχε μόνο σαν χειρόγραφο, ο Αρμάν Μπουαζιέ δεν είχε να φοβηθεί τίποτα. Από την στιγμή που ένα βιβλίο τυπώνεται, μοιράζεται, πουλιέται, δεν προστατεύει πια το δημιουργό του. Αντίθετα, γίνεται όπλο εναντίον του: ο οποιοσδήποτε μπορεί ν’ αγοράσει αυτό το καταστροφικό εργαλείο με λίγα χρήματα!... Αγόραζαν το δικαίωμα να τον συγχαίρουν αλλά και να τον χτυπάνε». (σ. 31).

Ένα σύγχρονο ρεαλιστικό μυθιστόρημα που κρίνει και καυστικά κατακρίνει τους τρόπους λειτουργίας του κόσμου των γραμμάτων. Κωμικό, ιλαροτραγικό, όπως διαβάζω να το χαρακτηρίζουν δεν θα το έλεγα ακριβώς. Γιατί το ύφος του είναι απλό και δεν προκαλεί γέλια, η γλώσσα τρέχει, οι καταλήξεις είναι προβλέψιμες και οι προσωπικές απογοητεύσεις και διαψεύσεις των ανθρώπων δεν είναι ούτε για γέλια ούτε για κλάματα. Απλά είναι. Και τις παλεύει ο καθένας με διαφορετικές προσεγγίσεις ηθελημένες και μη συνειδητές, η πίκρα, το κλείσιμο, η ξινίλα, ο αυτοσαρκασμός συγκαταλέγονται ανάμεσά τους.
Λογοτεχνικό έργο πλασμένο και τοποθετημένο μέσα στην λογοτεχνική σκηνή, έτσι όπως η τηλεόραση μιλάει συνεχώς για τον εαυτό της και τους ανθρώπους της, πρωί, μεσημέρι και βράδυ πια. Τα μέσα επικοινωνίας, εκείνοι που διατυπώνουν φωναχτά από διάφορα κανάλια, γραπτά, προφορικά, οπτικοακουστικά, ιδέες, σκέψεις, μοντέλα ζωής, όλο και περισσότερο και συχνότερα αναφέρονται κυρίως στον εαυτό τους (γιατί βέβαια αυτόν γνωρίζουν κοντύτερα). Διηγούνται στενά τις δικές τους ιστορίες που όλο και αραιότερα συναντούν τις ιστορίες άλλων. Οι άλλοι που δεν έχουν τα μέσα ή πρόσβαση σε αυτά με οποιονδήποτε τρόπο, μένουν βουβοί, δεν τους ακούμε. Και χωρίς φωνή δεν γνωρίζουμε τι σκέφτονται, τι επιθυμούν, πώς κινούνται με σκοπό να πραγματοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Τους βλέπουμε λίγο, τους φανταζόμαστε ή τους παραβλέπουμε, τους ξεχνάμε...
Κυκλοφόρησε το νέο του Βασίλη Αλεξάκη με τίτλο Η πρώτη λέξη!

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Το ιδανικό βιβλιοπωλείο

Kακό πράγμα η προδημοσίευση. Βλέπεις ένα εξώφυλλο με όμορφα χρώματα και στη μέση στοίβες με βιβλία, διαβάζεις και την περίληψη και σπεύδεις στο κοντινότερο βιβλιοπωλείο για να ακούσεις ότι πρόκειται για άλλη μία προδημοσίευση, για ένα βιβλίο δηλαδή που δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη. Κι αν βρίσκεσαι σε ένα επαρχιακό βιβλιοπωλείο ενός νησιού, η αναμονή θα είναι μεγαλύτερη. Νομίζω ότι η αναμονή θα ήταν ίδια ακόμη κι αν βρισκόμουν στο πιο όμορφο βιβλιοπωλείο του κόσμου με ειδίκευση στην καλή και μόνο ποιοτική λογοτεχνία.

Το ιδανικό βιβλιοπωλείο για τους λάτρεις της λογοτεχνίας. Απαλλαγμένο από τα «ασήμαντα βιβλία, βιβλία κούφια, βιβλία φτιαγμένα για ν’ αρέσουν, πρόχειρα βιβλία, γραμμένα στο γόνατο», τα κακογραμμένα ρομάντζα που γεμίζουν τις λίστες με τα ευπώληπτα και τα οποία συναντάς παντού: σε μεγάλα και μικρά βιβλιοπωλεία, σε σούπερ μάρκετ, σε περίπτερα, σε ψιλικατζίδικα… παντού και έχεις βαρεθεί να βλέπεις τα ίδια και τα ίδια ονόματα που γράφουν ένα βιβλίο που ξέρουν από πριν ότι απλά θα πουλήσει. Το ιδανικό βιβλιοπωλείο θα περιλαμβάνει μόνο «βιβλία γραμμένα για μας που αμφισβητούμε τα πάντα, που κλαίμε με το τίποτα, που τιναζόμαστε στο παραμικρό θόρυβο πίσω μας. Βιβλία που να έχουν στοιχίσει πολύ στο συγγραφέα τους. Όμορφα βιβλία που να βυθίζονται στην ομορφιά του πραγματικού και να μας κρατούν εκεί. Βιβλία που να γεμίσουν πάλι τα πνευμόνια μας με αέρα». Μια επιτροπή «σοφών» θα επιλέξει τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί ανά τους αιώνες και έχουν μεταφραστεί στη γλώσσα σου και θα τα συγκεντρώσει σε ένα χώρο που ικανοποιεί τα γούστα και του πιο απαιτητικού βιβλιόφιλου.
Αλλά αλήθεια ένας βιβλιόφιλος διαβάζει μόνο ποιοτική λογοτεχνία; Και ποιος είναι αυτός που θα κρίνει τη λογοτεχνική αξία και θα ξεχωρίσει τη βιβλιοπαραγωγή σε καλά και κακά βιβλία; Και έπειτα είναι και το άλλο «Ένα έργο που χαιρετίστηκε από τους σύγχρονούς του, εμφανίζεται ασήμαντο εκατό χρόνια μετά, καμιά φορά και μετά από τριάντα χρόνια. Και αντιθέτως, ένα άλλο που κρίθηκε δυσάρεστο ή αδιάφορο, λούζεται στα εγκώμια». Οπότε μήπως το ιδανικό βιβλιοπωλείο είναι κάτι διαφορετικό για τον καθένα μας, όπως άλλωστε και το γούστο που είναι κάτι υποκειμενικό;
Ένα βιβλιοπωλείο όμως δεν είναι αναγκασμένο να παρέχει όλα τα βιβλία που εκδίδονται ή έχουν εκδοθεί, καλείται να επιλέξει και το δικαίωμα της επιλογής είναι των ιδιοκτητών και του προσωπικού τους γούστο. Το πρόβλημα είναι όταν αυτό το βιβλιοπωλείο ονομάζεται "Το καλό μυθιστόρημα" και δηλώνει παντού ότι θα διαθέτει μόνο τα καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι όταν τελικά θα κερδίσει ένα μέρος του αναγνωστικού κοινού και μάλιστα αξιόλογο.
Μια μικρή ομάδα συγγραφέων που δεν περιλαμβάνεται στα ράφια, κυριευμένοι από φθόνο, θα βαλθούν να καταστρέψουν όποιον αμφισβητεί την καλλιτεχνική τους αξία. Λογικό (εν μέρει). Παράλογο και οδυνηρό το χτύπημα από τους δικούς σου ανθρώπους που δεν αντέχουν την επιτυχία των ιδεών των άλλων.

Ένα ακόμη βιβλιοβιβλίο, μιας που καιρό είχαμε, με τίτλο "Στο καλό μυθιστόρημα", γραμμένο από τη Γαλλίδα Λωράνς Κοσέ που ως κριτικός λογοτεχνίας γνωρίζει καλύτερα από τον αριβισμό και τις συκοφαντίες που υπάρχουν και στο χώρο του βιβλίου.

Βιβλίο που απήλαυσα και δε λυπήθηκα ούτε τα χρήματα ούτε το χρόνο που ξόδεψα, μιας που και τα δύο γίνονται όσο περνάει ο καιρός λιγότερα.

Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Καταστροφές

Η προηγούμενη ανάρτηση έκανε πάσα, όπως έχουν να λένε τα περάσματα από την μια κουβέντα στην άλλη, φράση δανεική από τα ομαδικά αθλήματα, στο θέμα του ηλεκτρονικού βιβλίου. Όμως, δεν ήρθε και πάλι ο καιρός του. Ο καιρός με τους σεισμούς και τα τσουνάμι και τις συνέπειές τους το παραμερίζουν, φέρνοντας στην πρώτη γραμμή αισθήματα απόγνωσης και αδιέξοδου, γεννώντας σκέψεις.
Κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι οι φυσικές καταστροφές είναι άγνωστες στον πλανήτη Γη και τους κατοίκους τους ανάμεσά τους και τον άνθρωπο, ον λογικό που δεν οσμίζεται την συμφορά πριν φτάσει αλλά προσπαθεί να την εξηγήσει, να την αποδώσει, να μελετήσει τα χαρακτηριστικά της, να καταμετρήσει, να εξάγει συμπεράσματα μετά. Τραύμα της Ευρώπης υπήρξε ο Μεγάλος Σεισμός, ο επονομαζόμενος της Λισσαβόνας το 1755. Με ισχύ 9 της κλίμακας Μερκάλι, έπληξε μεγάλα τμήματα της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Βόρειας Αφρικής, ισοπέδωσε την πρωτεύουσα με το κοσμοπολίτικο λιμάνι της Λισαβόνας όπου χάθηκαν 15.000-60.000 ψυχές και από την καταστροφή αυτής της πόλης πήρε επιλεκτικά το όνομά της. Ο Βολταίρος συγκλονισμένος από τον σεισμό έγραψε την γνωστή επιστολή όπου αναρωτιόταν αν ζούμε στον καλύτερο δυνατό κόσμο. Η σοφία και η το αίσθημα δικαίου του Θεού τέθηκαν σε αμφισβήτηση και η Φύση έδειξε ότι δεν είναι μόνον καλή και αγαθή. Και αν πριν από τον σεισμό της Λισαβόνας οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι φυσικές καταστροφές έρχονταν σαν τιμωρία για τις όποιες αμαρτίες τους, ο Διαφωτισμός που διαχώρισε την φύση από την ηθική της κοινωνίας βρήκε πρόσφορο έδαφος ώστε να στηρίξει την επιχειρηματολογία του.
Στην φυσική καταστροφολογία ήρθε να προστεθεί και εκείνη του ανθρώπου, στους Παγκόσμιους Πολέμους αλλά και σε όλους του πολέμους που συνεχίζονται αδιάκοπα σε διάφορα μήκη και πλάτη με απίστευτη αγριότητα, δεν χρειάζεται να παρατεθούν παραδείγματα, είναι πολλά, συνεχιζόμενα και κοντά στην γειτονιά μας ορισμένα, μια βόρεια, μια ανατολικά, μια νότια…
Η καταστροφολογία και το μέλλον της ανθρωπότητας είναι στο επιστημονικό τραπέζι. Να, λοιπόν, μερικά βιβλία που αναφέρονται στο θέμα, έτσι για να εμβαθύνουμε την τηλεοπτική εικόνα και καναλική κουβέντα.

Πρώτο διαβασμένο το W.G. Sebald, Η φυσική ιστορία της καταστροφής, μετάφραση Γιάννης Καλιφατίδης, εκδόσεις Άγρα που αξίζει για την περιδιάβαση στον χρόνο, τις αναζητήσεις και τις διατυπώσεις του. Τόσο μου άρεσε που το δάνεισα σχεδόν χωρίς επιστροφή μα τώρα λυπάμαι που μαζί με το βιβλίο έχασα τις υπογραμμίσεις και τα σημαδάκια μου. Άλλο του Jean-Pierre Dupuy γραμμένο το 2005, κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2008 με τίτλο Ελάσσων μεταφυσική των τσουνάμι, μετάφραση Ιωάννα Αβραμίδου και πάλι από τις εκδόσεις Άγρα. Μιλάει για την Λισαβόνα, την Σουμάτρα, τους Δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, το Άουσβιτς, την Χιροσίμα, τους φιλοσόφους Λάιμπνιτς, Ρουσσώ, Βολταίρο. Ο συγγραφέας το 2002 είχε γράψει ένα άλλο βιβλίο με τίτλο Για μια πεφωτισμένη καταστροφολογία: όταν το αδύνατο είναι βέβαιο (αμετάφραστο νομίζω στα ελληνικά) που ξαναβγήκε το 2004. Εδώ έχω τις υπογραμμίσεις μου, τις διατρέχω, ξαναθυμάμαι και επιλέγω να παραθέσω εκείνη με το πιο σταθερό χέρι, με την πιο βαθειά μολυβιά. Λέει για την πυρηνική βόμβα: «Γιατί χρησιμοποιήθηκε η βόμβα; Πολύ απλά, γιατί υπήρχε. Η ύπαρξή της και μόνον αποτελεί απειλή, ή μάλλον υπόσχεση χρησιμοποίησής της… Διότι, άπαξ και ξεπεραστούν ορισμένα όρια, η δύναμή μας να πράττουμε υπερβαίνει κατά πολύ την ικανότητά μας να αισθανόμαστε και να φανταζόμαστε» (σ. 111).
Λίγο άσχετο αλλά μου κολλάει εδώ, είναι γιατί μου αρέσουν οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας που δείχνουν την διαχείριση νέων τεχνικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων και τα διλήμματα που βάζουν, τα όρια που μετατοπίζονται στην κινούμενη άμμο του μέλλοντος από τον Νέμο στο υποβρύχιό του, τον δόκτορα Νο αντιμέτωπο με τον Τζέιμς Μποντ, τον δικαστή Ντρεντ (με τον Σταλλόνε χμ! δεν ντρέπομαι το ομολογώ), Μπλέιντ Ράνερς, και βάλε.
Κλείνω με το βιβλίο του δημοσιογράφου Nicholas Shrady Ο Μεγάλος Σεισμός: καταστροφή, δέος και ορθολογισμός στη Λισαβόνα το 1755, μετάφραση Ξενοφών Γιαταγάνας, εκδόσεις Κριτική, 2010, το 2008 κυκλοφόρησε στα αγγλικά.
Το παρελθόν βρίσκεται στο παρόν και το παρόν είναι το κοντινότερο βήμα στο μέλλον. Η διαχείριση καταστροφών δεν είναι μόνον τα προληπτικά μέτρα, τα σενάρια φυγής, αποφυγής και διαφυγής αλλά και η διαχείριση των αισθημάτων, των πιστεύω, πιο βαθιών επιδράσεων.
Βιβλία έχει η ανάρτηση, για βιβλιοβιβλία δεν είναι και ας μην σχολιάσω την ομοιότητα στα εξώφυλλα.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Γιατί θρυμματίζονται σελίδες

Είναι, λέμε τώρα, καλοκαίρι και φανταζόμαστε το εαυτό μας στην παραλία, κοντά στο κύμα με ένα βιβλίο που πάρα πολύ θέλουμε να διαβάσουμε και περιμένουμε την στιγμή πως και πως Φανταζόμαστε να διαβάζουμε και να βουτάμε για δροσιά στα καθάρια νερά, να διαβάζουμε να βουτάμε συνέχεια έως ότου δύσει ο ήλιος και δεν βλέπουμε να διαβάσουμε, έως ότου σωθούν οι σελίδες του αναγνώσματός μας. Προσέχουμε ιδιαίτερα να μην βρέξουμε το βιβλίο, να μην το τσαλακώσουμε, να μην το γεμίσουμε άμμο και αντηλιακά και εκεί που φροντίζουμε να μην συμβούν όλα αυτά, παρατηρούμε ότι παρά το ενδιαφέρον μας, τα φύλλα του χαρτιού κάπως ξεραίνονται, χάνουν την ευπλασία τους, γυρνάνε αδέξια και σαν να φαίνονται οι πόροι του χαρτιού. Δεν το παρατηρούν όλοι αυτό που συμβαίνει μέσα στα χέρια μας. Μόλις ολοκληρώσουμε την ανάγνωση, αφήνουμε το βιβλίο στην τύχη του και δεν αναρωτιόμαστε μα γιατί συμβαίνει αυτό, τι πήγε στραβά;
Φτιάχνοντας τα πράγματα για την ημέρα στην παραλία δεν σκεφτόμαστε αν η βόλτα αρέσει στο βιβλίο, αντίθετα το θεωρούμε εκλεκτό, το διαλέξαμε για μια ξεχωριστή στιγμή ευχαρίστησής μας. Δεν σκεφτόμαστε αν η βόλτα στην θάλασσα αρέσει στο βιβλίο, αν είναι φτιαγμένο για συνθήκες ζέστης και ήλιου.
Το χαρτί μετά τον 19ο αιώνα και ειδικά το φτηνό χαρτί (για εφημερίδες αλλά και για έντυπα) έχει χαμηλή ποιότητα και εκ των πραγμάτων περιορισμένη διάρκεια ζωής. Είναι κατασκευασμένο από ξυλοπολτό με χαμηλά ποσοστά κυτταρίνης που έχει τις περισσότερες φορές υποστεί διαδικασίες λεύκανσης (θαυματουργή η χλωρίνη) και κολλάρισμα με ένα οξύ συστατικό που βρίσκεται στην ρητίνη του πεύκου, και δεν χαρακτηρίζεται από αντοχή στον χρόνο. Είναι εύθραυστο και ευαίσθητο. Κιτρινίζει σε σύντομο χρονικό διάστημα και χάνει την ελαστικότητά του, οξείδωση ονομάζεται το φαινόμενο. Συμπτώματα της οξείδωσης είναι η κιτρινάδα, η ξηρότητα που οδηγούν στον θρυμματισμό και την αυτοκαταστροφή του χαρτιού.
Ένα το κρατούμενο το λοιπόν, το χαρτί από την φτιαξιά του έχει θέματα επιβίωσης στον μεγάλο χρόνο.
Από την άλλη μεριά, το χαρτί όπως το ξύλο και το δέρμα σαν οργανικά υλικά που είναι, χρειάζονται και απορροφούν ή αποβάλλουν υγρασία ανάλογα, από το περιβάλλον. Οι ιδανικές συνθήκες φύλαξης του χαρτιού (μαζί με την μη μόλυνση του περιβάλλοντος, και την αποφυγή της υπεριώδους και υπέρυθρης ακτινοβολίας) είναι οι 18 βαθμοί Κελσίου και η σχετική υγρασία να φτάνει το50% και αυτές οι συνθήκες να παραμένουν σταθερές και πάντως, να μην παίζουν πάνω από έναν βαθμό Κελσίου και 5% συν πλην υγρασίας. Οι μεγάλες μεταβολές στις συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας απορυθμίζουν το χαρτί. Είναι ένα σκοτσέζικο ντους που το τρελαίνει. Οι εναλλαγές το αποδυναμώνουν ως υλικό.
Ο δυνατός ήλιος και η άμεση έκθεση βιβλίων στις καλοκαιρινές ακτίνες είναι εχθροί του χαρτιού και κατά συνέπεια των βιβλίων. Όταν πάμε στις παραλίες και διαβάζουμε στον ντάλα ήλιο, κάνοντας σκιά με το ίδιο το βιβλίο φερόμαστε σκληρά εγωιστικά και δολοφονικά απέναντί του.
Τώρα θα μπορούσε κανείς να διαχωρίσει τα είδη ανάγνωσης και να πει ότι οι εφημερίδες έτσι και αλλιώς ανακυκλώνονται, τα αστυνομικά, τα αισθηματικά, τα ελαφρά κοινωνικά είναι ανάλαφρα και δεν πειράζει και τόσο να ταλαιπωρούνται. Δεν θα μπω σε τούτη την κουβέντα μα θα ανοίξω την πόρτα στην πρόταση του ηλεκτρονικού διαβάσματος στις παραλίες. Το ηλεκτρονικό βιβλίο είναι αλλιώς…

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Ό,τι

«Ό,τι» είναι το τίτλος της έκθεσης που παρουσιάζεται και θα παρουσιάζεται έως την 1 Μαΐου 2011 στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Μέγαρο Σταθάτου, Β. Σοφίας & Ηροδότου 1, Αθήνα). «Ό,τι: η τέχνη του βιβλίου στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών» (ΑΣΚΤ) είναι ο πλήρης τίτλος, τίτλος και επεξηγηματικός υπότιτλος.
Ανταποκρινόμενη στους εκτός Αθηνών φίλους, αισθάνομαι λίγο σαν ρεπόρτερ που πρέπει να δώσει εικόνα και περιεχόμενο. Βλέπω, λοιπόν, και με τα δικά μου μάτια αλλά και με άλλων για να βάλω σε λόγια πληροφορίες και εντυπώσεις.
Το Μέγαρο Σταθάτου είναι παλιό αρχοντικό σπίτι και κρατάει τον αέρα του παλιού σπιτιού με τις ψηλές οροφές, τα ξύλινα πατώματα, τα διακοσμημένα πλακάκια, το φως που μπαίνει από τζαμαρία, την στριφογυριστή τριζάτη σκάλα. Του ταιριάζει η καλλιτεχνική βιβλιοέκθεση γάντι.
Το ό,τι της έκθεσης πάει στα αποθέματα, σχεδιάσματα, εικόνες, αποτυπώματα, τυπώματα, που παντρεύονται και μπερδεύονται με σελίδες, λέξεις, βιβλία, χαρτοδιπλώματα του Εργαστηρίου της Τέχνης του Βιβλίου της Σχολής Καλών Τεχνών (σήμερα έχει διευρύνει το περιεχόμενό του και αλλάξει το όνομά του σε Εργαστήριο Γραφικών Τεχνών-Τυπογραφίας, και Τέχνης του Βιβλίου). Το Εργαστήρι ιδρύθηκε το 1939 από τον χαράκτη Γιάννη Κεφαλληνό, καθηγητή αυτής της τέχνης, γεννημένο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και σπουδαγμένο στο Παρίσι. Διαβάζω στον τοίχο και στο πολύπτυχο, ελληνικά και αγγλικά, ότι ο Κεφαλληνός «ονειρευόταν» όλα τα έντυπα της καθημερινής μας ζωής, και έβαζε και το εισιτήριο του τότε τραμ μέσα, «να είναι έργο τέχνης για την αισθητική διαπαιδαγώγηση του κοινού». Και αμέσως αυτόματα μου έρχεται στο νου η σειρά των χαρτιών που καλούμαστε να συμπληρώνουμε όλο και συχνότερα και λαμβάνουμε: υπεύθυνες δηλώσεις, αιτήσεις, βεβαιώσεις, δηλώσεις, φορολογικές και άλλες. Χαρτιά ανύπαρκτης αισθητικής αξίας, πρόχειρα, βρωμόχαρτα φτιαγμένα να μας δημιουργούν αποστροφή και πίεση. Θα μπορούσε και εκεί να έχουμε κάτι καλύτερο.
Αναφέρω τους καθηγητές χαρακτικής καθώς η χαρακτική με την πολλαπλασιαστική της δύναμη συνδέεται στενά με το βιβλίο, τόσο από την πλευρά της τεχνικής όσο και από την πλευρά της εικονογράφησης. Δίδαξαν οι Κώστας Γραμματόπουλος, Γιάννης Παπαδάκης, Θανάσης Εξαρχόπουλος και σήμερα η Λεώνη Βιδάλη.
Η έκθεση σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε κατά κύριο λόγο από τον πληθυσμό της ΑΣΚΤ φοιτητές, απόφοιτους, υπότροφους. Εκείνη την ώρα είχε και τον κόσμο της, ομάδες παιδιών και μοναχικούς ενήλικες.
Η αίθουσα μπαίνοντας δεξιά είναι σχεδόν αποκλειστικά αφιερωμένη σε μια ξεχωριστή έκδοση, σταθμό στην πορεία της ελληνικής τυπογραφικής τέχνης, Δέκα λευκαί λήκυθοι του Μουσείου Αθηνών, που διεκδικεί τον τίτλο του τελειότερου βιβλίου. Χρειάστηκαν τρία χρόνια δουλειάς, από το 1953 έως το 1956 για να ολοκληρωθεί και υπήρξαν στιγμές που η πίστη πως θα κυκλοφορούσε αδυνάτιζε επικίνδυνα. Ένα βιβλίο τέχνημα, μαρτυρία ομορφιάς της ζεύξης δημιουργικών συστατικών. Στο ισόγειο παίζει και ένα βίντεο με συνεντεύξεις.
Μετά συνεχίζει στον πρώτο όροφο. Στο κεφαλόσκαλο περιμένει τον επισκέπτη οπτικό υλικό σε οθόνες και στα δωμάτια κυκλικά σε λιτές και φωτεινές προθήκες και στους στρογγυλεμένους τοίχους που υπερισχύει το λευκό χρώμα περπατάνε σύγχρονες προτάσεις, εκδοχές, καλλιτεχνικές υποθέσεις, σχήματα, μείξεις τεχνικών και τεχνοτροπιών βιβλίων για μικρούς και μεγάλους. Από το κέντρο κάθε χώρου οι επισκέπτες μπορούν να δουν μια ταπετσαρία ως ένα σύνολο μα πλησιάζοντας ανακαλύπτουν λεπτομέρειες που μαρτυρούν κέφι και φαντασία. Γράμματα ζωγραφιές, αταξίες, χιούμορ, αναποδογυρίσματα, λεπτόλογα σχέδια, ανέμελες πινελιές, άλλα βιβλία.
Το οκτασέλιδο φυλλάδιο διπλωμένο ανορθόδοξα, ο κατάλογος που τα περιέχει όλα 25€, δεν τον πήρα και τώρα μετανιώνω οικτρά αλλά αν τον είχα αγοράσει πάλι θα τρωγόμουν, τι κακό και αυτό…

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

Στήνομαι μπροστά στην οθόνη, όλες τις μέρες της εβδομάδας που κύλησε λέω πως θα κάνω κάτι για το ηλεκτρονικό βιβλίο. Το έχω σκεφτεί και τακτοποιήσει, δεν χωράει σε μια ανάρτηση, τι θα πάει πρώτο τι θα ακολουθήσει. Μα τώρα που κάθισα με γαργαλάει ένα άλλο θέμα και νομίζω ότι δεν θα του αντισταθώ αν και καλά το ξέρω πώς δεν είναι δικό σας αγαπημένο. Αντίθετα μάλιστα, προκαλεί έντονες αντιδράσεις, αρνητικές. Έχει γίνει προηγούμενη αναφορά που προκάλεσε αυθόρμητα κάθετα σχόλια αλλά δεν παύει να ανήκει στην κατηγορία βιβλιοθεμάτων. Επανέρχομαι με περισσότερες λεπτομέρειες.
Και αυτό το συστατικό των βιβλίων τείνει έως έχει σχεδόν καταργηθεί και βρίσκεται μόνο σε ειδικές περιστάσεις. Κοιτάω ένα γύρο τα ράφια με τις ράχες. Οι περισσότερες, με πάρα πολύ λίγες εξαιρέσεις είναι ακάλυπτες, δεν έχουν το χάρτινο περίβλημα, την κουβερτούρα που λέγαμε…
Η λέξη κουβερτούρα έλκει την καταγωγή της από την γαλλική γλώσσα, από το ρήμα «κουβρίρ» που σημαίνει καλύπτω, σκεπάζω. Είναι το περικάλυμμα που ακολουθεί την φόρμα και αγκαλιάζει το σώμα μικρού και μεγάλου σχήματος βιβλίων, τόμων εγκυκλοπαίδειας έως και λευκωμάτων. Ντύνει τα βιβλία για αυτό το λένε και παλτό, με την έννοια πανωφόρι που φοριέται από πάνω. Κανονική ελληνική λέξη, όρο του βιβλίου, για την κουβερτούρα, το παλτό δεν βρίσκω. Κάτι θα πρέπει να σημαίνει ότι δεν έχει καν δική αντίστοιχη λέξη, έστω δύσχρηστη, ανεπιτυχή, ξεχασμένη, καθώς μια είναι δανεική και η άλλη μεταφορική.
Η κουβερτούρα προσφέρει στα βιβλία ένα στρώμα προστασίας από τις γνωστές κακουχίες που περνάνε τα έντυπα στα χέρια των ανθρώπων με την χρήση και τα τεντώματα και τα τραβήγματα και από φυσικούς εξωτερικούς εχθρούς, κυρίως την σκόνη μα και την υγρασία ή το δυνατό φως. Είναι σαν ένας ειδικός φάκελος υποβοηθητικός στην συντήρηση και τη διατήρηση.
Δεν είναι μόνο χρηστικά, ενισχυτικά και προστατευτικά, συχνά, προσφέρουν και πεδίο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Μπορεί να είναι διακοσμημένα με άποψη. Συμβαίνει μια κουβερτούρα να αφήνει δυνατές εντυπώσεις, να προκαλεί εικαστικά ενώ κρύβει ένα κλασικό, απλό εξώφυλλο. Ελευθερώνει διττές εικόνες, απευθύνεται και ικανοποιεί διαφορετικά γούστα.
Η κουβερτούρα γυρεύει να προκαλέσει το μάτι που περιδιαβάζει τους πάγκους, να ξεχωρίσει από τα γειτονικά βιβλία. Θέλει να είναι πρωτότυπο και τραβηχτικό και μερικές φορές υπερβάλλει, το παρακάνει.
Είναι αλήθεια ότι γλήγορα αρχίζουν να ταλαιπωρούνται. Στην αρχή με μικρά σκισίματα που σιγά σιγά μακραίνουν. Κομμάτια φεύγουν χωρίς να τα πάρει κανείς είδηση και σύντομα η όψη και η κατάστασή τους είναι χαλεπή. Ένα αποφόρι που κρέμεται κουρελιασμένο. Μπλέκεται, τσαλακώνεται και δυσκολεύεται να μπει στο ράφι.
Τα πανωφόρια τα κρατώ πάνω στα εξώφυλλα όσο μπορώ περισσότερο, όσο κάνουν την δουλειά τους, έστω και λίγο, υποτυπωδώς.. Μετά, όταν αποκουρελιαστούν, στιγμή μάλλον δυσάρεστη γιατί αναλογίζεται κανείς τι έχει υποστεί το βιβλίο, τα αποσύρω, συνταξιοδοτούνται. Τα βγάζω απέξω, τα διπλώνω και τα βάζω μέσα στο πίσω μέρος του βιβλίου, μεταξύ οπισθόφυλλου και τελευταίας σελίδας γιατί του ανήκουν. Προσέφεραν προστασία σε βάρος της δικής τους ύπαρξης. Φτιάχτηκαν για να είναι τα πρώτα που με μαθηματική ακρίβεια θα χαλάσουν.
Το καταλαβαίνω, είναι εκνευριστικά, μπερδεύονται, γλιστράνε και κάνουν να σου πέφτει το βιβλίο στα καλά του καθουμένου μέσα από τα χέρια. Το ταλαίπωρο θέαμά τους είναι αποκαρδιωτικό. Χαλάει την γενική εικόνα. Μα λίγα παλτά έμειναν πια, κατάλοιπο είναι και οι κουβερτούρες, δεν τους αξίζει τόση δα σταλιά υπομονή; ακόμα και αν μας την δίνουν και μπλέκονται;

Υ.Γ.
Κουβερτούρα: λέξη που συναντιέται και στην μαγειρική, στην περιοχή της γεύσης είναι η σοκολάτα που αφού λιώσει, σκεπάζει τα γλυκά και όταν κρυώσει σχηματίζει μια γυαλιστερή κρούστα σοκολάτας. Η σοκολατένια κουβερτούρα σε μπάρες χωρισμένη σε πέντε κύβους λιώνοντας μπαίνει και στα γλυκά ακριβώς για να τα κάνει σοκολατένια.
Και είναι γνωστό σε όλους πως η σοκολάτα και η ανάγνωση ταιριάζουν τρελά.