Αναρωτιέμαι καμιά φορά για ποιο λόγο κάποια βιβλία καταδικάζονται να χαθούν από τα βλέμματα των ανθρώπων. Για ποιο λόγο μπαίνουν στα χαμηλά ράφια, στο καλάθι των προσφορών, στοιβάζονται στις αποθήκες των βιβλιοπωλείων και των εκδοτικών οίκων με αποτέλεσμα να χαθούν εντελώς με τη συνηθισμένη διαδικασία της πολτοποίησης. Επίσης πάντα μου δημιουργείται η απορία ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες, τα free press, τα περιοδικά για το βιβλίο, τις ιστοσελίδες για ποιο λόγο συναντώ πάντα τους ίδιους και τους ίδιους τίτλους ενώ ξέρω πολύ καλά ότι τα βιβλία τα οποία εκδίδονται είναι περισσότερα. Ποια είναι τα κριτήρια που ένας εκδοτικός οίκος επιλέγει ορισμένους του τίτλους για να διαφημίσει και να προωθήσει; Και φυσικά πάντα οι νέες εκδόσεις, τις παλιότερες ίσως να τις εντοπίσει το βλέμμα καποιου παρατηρητικού αναγνώστη στις διάφορες ξεχασμένες γωνιές των βιβλιοπωλείων.
Άραγε αυτό το κενό να μπορούν τα ιστολόγια να το καλύψουν;
Τη Μαύρη φιλολογία του Πάμπλο Δε Σάντις την ανακάλυψα στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Opera στο σημείο με τα φθηνά "ταλαιπωρημένα" αντίτυπα. Επειδή όμως το αντίτυπό μου ούτε ταλαιπωρημένο ούτε μεταχειρισμένο είναι και επειδή μαζί με αυτό υπήρχαν άλλα είκοσι στην ίδια κατάσταση αντίτυπα, το κατατάσσω στην κατηγορία των βιβλίων που δεν πουλήθηκαν. Φτάνοντας στην τελευταία σελίδα, έχοντας πραγματικά ρουφήξει όλες τις προηγούμενες, ούτε διακοπη για υπογράμμιση, κρέμεται από πάνω μου ένα τεράστιο γιατί.
Όπως σε όλα τα αστυνομικά μυθιστορήματα, έτσι και σε αυτό, ο συγγραφέας, συμπατριώτης και θαυμαστής του Μπόρχες, έχει την ικανότητα να σε κρατά σε αγωνία με αποτέλεσμα να σε ικανοποιεί μόνο όταν φτάσεις στην τελευταία σελίδα που όλο το μυστήριο έχει πια αποκαλυφθεί, σαν κουβάρι που ξετυλίγεται. Όλο το μυστήριο βρίσκεται γύρω από τα εξαφανισμένα βιβλία του συγγραφέα Ομήρου Μπρόκα. Ο ήρωας και αφηγητής Εστέμπαν Μιρό πιάνει δουλειά στο Ινστιτούτο Εθνικής Λογοτεχνίας, σε ένα κτίριο που μοιάζει συνεχώς να καταρρέει. Εκεί γνωρίζει τους τρεις κριτικούς λογοτεχνίας που δουλεύουν πυρετωδώς για να λύσουν το μυστήριο των εξαφανισμένων βιβλίων και του συγγραφέα φάντασμα. Ο καθένας με τον τρόπο του προσπαθεί να πάρει με τον μέρος του τον ήρωά μας ώστε να τους βοηθήσει στις έρευνές τους. Ο Εστέμπαν Μιρό θα φτάσει μόνος του στη λύση του μυστήριου αφήνοντας τους άλλους σιγά σιγά να πεθαίνουν.
Το κεφάλαιο που μου έκανε περισσότερη εντύπωση αναφέρεται σε μια επίσκεψη σε ένα ψυχιατρείο, όπου οι ασθενείς πάσχουν από ασθένειες που σχετίζονται με τα βιβλία και τη γραφή. Γράφουν ή μάλλον καταγράφουν μανιωδώς ό,τι βλέπουν και ό,τι ακούν γύρω τους. Καταγράφουν όλες τις λέξεις για να μη χαθούν:
"Τα χαρτιά σκέπαζαν εντελώς έναν άντρα που ήταν πεσμένος στο πάτωμα και συνέχιζε να γράφει. Το φως που έμπαινε από το καγελόφρακτο παράθυρο έδινε στο δωμάτιο μια απόκοσμη λευκότητα. Οι τοίχοι ήταν γραμμένοι, οι πόρτες και το πουκάμισο του άντρα ήταν γραμμένα. Οι λέξεις δεν είχαν τη δική τους ύπαρξη΄ αποτελούσαν μόνο μια παροδική διακοπή του λευκού."
Προσθέτω έναν ακόμη τίτλο στον μακρύ κατάλογο Βιβλία για Βιβλία που μοιάζει να μην τελειώνει ποτέ.